Μια τελευταία στάση

Μ Ι Α Τ Ε Λ Ε Υ Τ Α Ι Α Σ Τ Α Σ Η 13 Καθόλου δεν της αρέσει της Όγκαστ όταν τέτοιου είδους άτομα κάνουν τέτοιου είδους πράγματα. Μαντεψιές στην τύχη. Όντως της αρέσουν τα κρινάκια. Ολόκληρη σελίδα της Wikipedia μπορεί να φέρει στο μυαλό της: lilium candidum . Φτάνουν σε ύψος από εξήντα μέχρι εκατόν ογδό­ ντα εκατοστά. Τα μελετούσε με μεγάλη επιμέλεια από το παράθυρο στο τριάρι της μαμάς της. Αποκλείεται να το ήξερε ο Νίκο – αποκλείεται να το ξέρει . Όπως κάνει με εκείνες που διαβάζουν την παλάμη κάτω από ομπρέλες θαλάσσης στα μέρη της στην Τζάκσον Σκουέαρ, κρατάει την ανάσα της και το προσπερνάει. «Αυτό ήταν λοιπόν;» λέει. «Το πήρα το δωμάτιο;Μα, εμ, δεν με ρώτησες τίποτα». Ακουμπάει το κεφάλι στο χέρι του. «Τι ώρα γεννήθη­ κες;» «Δεν… δεν ξέρω;» Θυμάται την αγγελία και προσθέτει: «Νομίζω πως είμαι Παρθένος, αν βοηθάει καθόλου αυτό». «Ω, ναι, σίγουρα Παρθένος». Καταφέρνει να κρατήσει το πρόσωπό της ανέκφραστο. «Είσαι…επαγγελματίας μέντιουμ; Σε πληρώνουν δηλαδή;» «Είναι μερικής απασχόλησης» λέει η Μάιλα. Μπαίνει ανάλαφρα στο δωμάτιο, με χάρη που δεν ταιριάζει και τόσο με το φλόγιστρο που κρατάει, και κάθεται στην κα­ ρέκλα δίπλα του. Ο ροζ βόλος που μασουλάει εξηγεί το μπολ με τις τσιχλόφουσκες. «Και μερικής απασχόλησης χάλια μπάρμαν». «Δεν είμαι τόσο κακός πια». «Καλά, δεν είσαι» λέει και τον φιλάει στο μάγουλο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=