Μια τελευταία στάση

Μ Ι Α Τ Ε Λ Ε Υ Τ Α Ι Α Σ Τ Α Σ Η 11 Εντάξει Ντάνι Ζούκο, χαλάρωσε. «Εεε, συγγνώμη». Η Όγκαστ τον κοιτάζει, ψιλομπερ­ δεμένη από την ερώτησή του. «Τι;» «Όχι τίποτα περίεργο» λέει εκείνος. Το τατουάζ στη ράχη του χεριού του είναι μια πνευματιστική δέλτος. Στις αρθρώσεις γράφει ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ. Θεέ και Κύριε. «Θέλω απλώς να νιώσω την ενέργειά σου. Βοηθάει μερικές φορές η σωματική επαφή». «Τι δηλαδή, είσαι;…» «Μέντιουμ, ναι» λέει απολύτως σοβαρός. Η οδοντο­ γλυφίδα κυλάει στη λευκή σειρά των δοντιών του μόλις χαμογελάει, πλατιά και αφοπλιστικά. «Το λένε κι έτσι. Μελλοντολόγος, χαρισματικός, πνευματιστής, ό,τι θέλεις». Χριστέ μου. Φυσικά. Δεν υπήρχε περίπτωση ένα δω­ μάτιο 700 δολαρίων στο Μπρούκλιν να μην έκρυβε κάτι, και το κάτι είναι η Τζούντι Γκάρλαντ από μαρσμέλοου και ο ανακαινισμένος Σπρίνγκστιν, που μάλλον είναι έτοιμος να της πει πως η αύρα της είναι αναποδογυρισμένη σαν φτηνιάρικο καλσόν. Δεν έχει όμως πού αλλού να πάει και στο ισόγειο του κτιρίου έχει Popeyes. Μπορεί να μην εμπιστεύεται τους ανθρώπους η Όγκαστ Λάντρι, εμπιστεύεται όμως το τη­ γανητό κοτόπουλο. Αφήνει τον Νίκο να αγγίξει το χέρι της. «Κουλ» λέει εκείνος ανέκφραστα, σαν να έβγαλε το κε­ φάλι από το παράθυρο για να δει τι καιρό κάνει. Αγγίζει με δυο δάχτυλα τους κόμπους των δαχτύλων της και γέρ­ νει πίσω. «Ω! Ω, ναι, εντάξει. Ενδιαφέρον».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=