Μια τελευταία στάση

Μ Ι Α Τ Ε Λ Ε Υ Τ Α Ι Α Σ Τ Α Σ Η 33 Δεν το πιστεύει η Όγκαστ ότι πέρασε για ανώμαλο του μετρό αυτό το μοντέλο με τζάκετ μηχανόβιου. Δεν το πι­ στεύει ότι μια ψηλή γυναικάρα με μορφή αγγέλου την είδε να κλαίει μες στο τρένο με το στήθος γεμάτο καφέδες. «Πάρε» λέει το κορίτσι και της δίνει το κασκόλ. «Φαί­ νεσαι να πηγαίνεις σε κάτι σημαντικό, οπότε…» Γνέφει αόριστα προς τον λαιμό της. «Κράτα το». Η Όγκαστ την κοιτάζει βλεφαρίζοντας, να στέκει εκεί σαν κιθαρίστρια κοριτσίστικης πανκ-ροκ μπάντας με όνο­ μα Ώρα για το Ανεύρυσμα της Όγκαστ. «Είσαι… ω Θεέ μου, δεν μπορώ να πάρω το κασκόλ σου». Το κορίτσι ανασηκώνει τους ώμους. «Θα πάρω άλλο». «Μα κάνει κρύο». «Ναι» λέει εκείνη και το χαμόγελό της γίνεται ακόμα πιο έντονο και ανεξιχνίαστο, με ένα λακκάκι να πετάγεται στο πλάι. Θέλει να πεθάνει μέσα σε εκείνο το λακκάκι η Όγκαστ. «Αλλά δεν μένω και πολύ έξω». Η Όγκαστ την κοιτάζει μαρμαρωμένη. «Κοίτα» λέει ο άγγελος του μετρό. «Ή θα το πάρεις ή θα το αφήσω στο κάθισμα δίπλα σου και θα απορροφηθεί για πάντα από το οικοσύστημα του μετρό». Ταμάτιατης είναι φωτεινά,παιχνιδιάρικακαι ζεστά, απύθ­ μενα ζεστά και καστανά, και είναι αδύνατον για την Όγκαστ να κάνει οτιδήποτε άλλο πέρα από αυτό που της λέει. Η πλέξη του κασκόλ είναι χαλαρή και απαλή, κι όταν το αγγίζει με τα ακροδάχτυλά της, νιώθει να ηλεκτρίζεται. Τινάζεται και το κορίτσι γελάει σιγανά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=