Μια τελευταία στάση
C A S E Y M c Q U I S T O N 30 τρένου μέσα στο μυαλό της. Μπορεί να τα πηγαίνει χάλια με τους ανθρώπους, ανάθεμά την όμως, θα καταφέρει να την κάνει αυτή την πόλη φίλη της. Είναι τόσο προσηλωμένη στις γραμμές του μετρό, έτσι όπως ξετυλίγονται στο μυαλό της, που δεν προσέχει τον πάγο στο πεζοδρόμιο. Το τακούνι της μπότας της γλιστράει και πέφτει πρώτα με τα γόνατα, το καλσόν της σκίζεται, το ένα χέρι της πιάνει το τσιμέντο και το άλλο φέρνει τον καφέ πάνω στο στήθος της. Το καπάκι φεύγει και μια έκρηξη καφέ μου σκεύει την μπλούζα της. «Την τύχη μου, γαμώ » βρίζει, καθώς όλα τα πράγματά της χύνονται από το σακίδιο στο πεζοδρόμιο. Κοιτάζει ανήμπορη μια γυναίκα με παρκά που κλοτσάει το τηλέ φωνό της στο ρείθρο. Κι όμως. Η Όγκαστ δεν κλαίει. Δεν έκλαψε όταν έφυγε από τοΜπελ Σας ούτε όταν έφυ γε από τη Νέα Ορλεάνη ούτε όταν έφυγε από το Μέμφις. Δεν κλαίει όταν τσακώνεται με τη μαμά της, δεν κλαίει όταν της λείπει, δεν κλαίει όταν δεν της λείπει καθόλου. Δεν έχει κλάψει ούτε μία φορά από τότε που έφτασε στη Νέα Υόρκη. Είναι όμως καταματωμένη και βουτηγμένη στον καυτό κα φέ, έχει να κοιμηθεί δύο μέρες και δεν μπορεί να σκεφτεί ούτε ένα άτομο σε ακτίνα χιλιάδων χιλιομέτρων που να δίνει δεκάρα τσακιστή, κι ο λαιμός της καίει τόσο, που την κάνει να σκεφτεί Θεέ μου, σε παρακαλώ, όχι μπροστά σε όλους αυτούς. Θα μπορούσε να κάνει κοπάνα. Να συρθεί έξι πατώμα τα πάνω, να κουλουριαστεί στο διπλό αερόστρωμά της, να
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=