Μια αγνοούμενη ακόμα

G I L L I A N M c A L L I S T E R 22 «Λοιπόν» λέει κρυφοχαμογελώντας η Τζούλια. Ξέρει τα πάντα γι’ αυτή την υπόθεση. «Αρκετά με τους Βούδες και…» «Σε παρακαλώ, πες μου ότι έχουμε κάτι καλό, κάτι ενδια- φέρον;» τη ρωτάει ο Τζόναθαν, ο αγαπημένος της ντετέκτιβ. Συνεργάζονται εδώ και δεκαπέντε χρόνια. Ξεκίνησε ως αναλυ- τής και στη συνέχεια εντάχθηκε στο Σώμα. Ακόμα κι όταν ήταν πολύ κατώτερός της στην ιεραρχία, υπεύθυνος για τις τηλεπι- κοινωνίες, η Τζούλια έτρωγε μαζί του σάντουιτς για μεσημερια- νό, έξω από το κτίριο πλάι στη μάντρα, χαρούμενη που είχε βρει κάποιον σαν κι εκείνη: έναν άνθρωπο της λεπτομέρειας, κάποιον που πάντα, πάντα, πάντα έπαιρνε τη δουλειά μαζί του στο σπί- τι, σωματικά και ψυχικά. Όταν εκείνος πέρασε τις εξετάσεις για να μπει στο Σώμα, η Τζούλια κατάφερε να τον κρατήσει στη Μονάδα Μειζόνων Εγκλημάτων ζητώντας το ως χάρη. Η Τζούλια κάνει μια διφορούμενη γκριμάτσα και δεν απα- ντάει ακόμη. «Θα το εκλάβω ως ναι» λέει ο Τζόναθαν. Είναι τόσο επίμονος όσο κι η ίδια, μοιάζει ικανός να βρει πληροφορίες μέσα σε δευτερόλεπτα, σίγουρα λόγω της εμπειρίας του ως αναλυτή. Η στρατηγική του είναι απλώς να ρωτάει και να ξα- ναρωτάει: τηλεφωνικές εταιρείες, αεροπορικές εταιρείες, οποιον- δήποτε. Επαναλαμβάνει το αίτημά του και μετά τηλεφωνεί ξανά και ξανά. Η φράση «δεν με πειράζει να περιμένω» είναι το σλόγκαν του. Πληκτρολογεί συχνά μ’ ένα τηλέφωνο στον ώμο και με τη μουσική της αναμονής στα τηλεφωνικά κέντρα ν’ ακούγεται κάπου στο βάθος. Κάνει παγωνιά στην αίθουσα ενημέρωσης, νιώθει τη μοκέτα κρύα κάτω από το καλσόν που καλύπτει τις πατούσες της. Είναι τέλη Απριλίου, όμως κάνει ακόμη κρύο, τόσο πολύ όσο και τον Γενάρη. Ο Νέιθαν Μπεστ, ο δεύτερος αγαπημένος της αρχιφύλακας την πιάνει να κοιτάζει έξω. «Αύριο θα χιονίσει» λέει. «Είναι γελοίο».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=