Η μητρική γλώσσα

Η ΜΗΤΡΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ [ 11 ] Η Μαριλένα έπιασε τον γιακά του πουκαμίσου μου και τον γύρισε να δει τη μάρκα. – Πόσο το πήρες; με ρώτησε. – Χίλια διακόσια φράγκα. – Σιγά μην πήρες εσύ πουκάμισο χιλίων διακοσίων φράγκων! Και γιατί κάνει τόσο ακριβά; Δεν είναι γνωστή η μάρκα. – Μπορεί εσύ να μην την ξέρεις, είπε ο Θοδωρής. Είναι γεγονός ότι δεν ντύνομαι πολύ καλά. Η Βαγγε­ λιώ επέμενε ότι η γκαρνταρόμπα μου χρειαζόταν ανανέω­ ση. Ήμασταν μαζί όταν πήρα το πουκάμισο, είχε έρθει στο Παρίσι για μερικές μέρες. Αγόρασα ταυτόχρονα ένα ιρλανδέζικο γιλέκο με πολλές τσέπες και μια γκαμπαρντί­ να. Περάσαμε από τη Δροσιά. – Έχει περισσότερη δροσιά εδώ το καλοκαίρι απ’ ό,τι στα γύρω χωριά, είπε ο Θοδωρής. Τον ρώτησα αν υπάρχει ετυμολογικό λεξικό των το­ πωνυμίων, φαίνεται δεν υπάρχει. Ο Κώστας, ο αδελφός μου, δεν μπόρεσε να μου πει γιατί το βουνό που ορθώ­ νεται πάνω από τα Γιάννενα λέγεται Μιτσικέλι. Με πλη­ ροφόρησε ότι εξελληνίζουμε συστηματικά τα αλβανικά, βλάχικα και σλαβικά τοπωνύμια της βόρειας Ελλάδας, φοβούμενοι προφανώς μην αμφισβητηθεί η κυριαρχία μας στα μέρη αυτά. – Είναι πολύ καλή ηΜαριλένα και μ’ αγαπάει αφάντα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=