Η μεγάλη πομπή
Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΟΜΠΗ 17 – Είναι λογαριασμός, τέσσερα χρόνια, παιδί μου! Είναι λογαριασμός! λέει κι ο Σωτηράκης κοροϊδεύοντας. Ο Τάσος ψάχνει το πακέτο για τσιγάρο. Ο Νότης τε- ντώνει τα πόδια κάτω από το τραπέζι. – Ο κυρ Αλέκος έχει καμιά «τέχνη» υπόψη του; ρωτάει ο Γιώργος. – Ναι, τι προτείνουν οι γονείς σας, κύριε Σεβαστόπουλέ μας; λέει ο Σωτηράκης και ξεσκεπάζει τα κιτρινωπά του δόντια. Οι άλλοι τον αγνοούν. Ο Νότης απαντά στον Τάσο: – Η μάνα μου έχει παράδειγμα τον Φάνη, τον θειο μου, που είναι υδραυλικός... ο μικρός αδερφός της... Εδώ και μερικά χρόνια παίρνει εργολαβία οικοδομές και κονομά καλά... Ο Τάσος κουνά το κεφάλι. – Σε παίρνει κοντά του; – Και ποιος πάει; κάνει ο Νότης. Ο πατέρας μου πάλι... αυτός έχει τον δικό του τον χαβά! Αυτός θέλει οπωσδήπο- τε σε κάποια σχολή να πάω... («Όσο βγάζω μακάρι κι ένα μεροκάματο, ένα φράγκο μονάχα, το παιδί θα σπουδάσει σε σχολή, γυναίκα!» έλεγε ο κυρ Αλέκος στη μάνα του Νότη, που είχε διαρκώς τον νου της στα χρήματα. «Όχι σαν και μένα, εξήντα χρονώ και να δουλεύω μούτσος· ας μ’ έχουνε στους “εξειδικευμέ- νους” τούτα τ’ αφεντικά. Γιατί αν πάω αλλού, μούτσο θα μ’ έχουνε, για όλες τις βρομοδουλειές του καραβιού!...» Η κυρα-Βασιλική δεν τολμούσε να αντιμιλήσει· ήταν όμως η γνώμη της διαφορετική. «Η θέση του παιδιού» έλεγε «εί- ναι να πάει να μάθει τέχνη, να κερδίζει τη ζωή του... Κι όχι
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=