Μαύρα μάτια

J 11 Πρόλογος Ασφαλώς ορισμένα κείμενα, ιδίως των ερμουπολίτικων εφημερίδων, θα φανούν σε ορισμένους υπερβολικά μεγάλης έκτασης και ίσως περιττά. Αυτά φωτίζουν όμως περισσότερο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της συριανής κοινωνίας εκείνου του και- ρού. Μέσα σ’ αυτόν τον ευλογημένο χώρο και δίπλα σ’ αυτά τα γεγονότα και σ’ αυτή τη γλώσσα πρόλαβε να ζήσει τα νεανικά του χρόνια, 1905 έως το 1920, ο Μάρκος Βαμβακάρης, γιος του Δομένικου Βαμβακάρη και της Ελπίδας Προβελεγγίου. Μ’ αυτά τα πρώτα δεκαπέντε χρόνια της ζωής του ασχολήθηκα, όσο έμεινε στη Σύρα, με βάση όμως μόνο όσα θυμόταν ο ίδιος πριν παραδοθούν στην Αθανασία. Στις περιγραφές των εφημερίδων για τους χορούς, στις αστυνομικές διατάξεις, στα δικαστικά έγγραφα η καθαρεύουσα δίνει τα φτερά αυτής της σκοτεινής κι ωστόσο λαμπρής, για πολλά πράγματα, εποχής. Αν κάποιος προσπαθούσε να μεταφράσει ή να μεταποιήσει αυτή τη γλώσσα, θα έβλεπε ότι αμέσως χάνεται η μαγεία. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έτσι ακριβώς γράφονταν οι εφημερίδες απανταχού της επικράτειας από δημοσιογράφους οι οποίοι γνώριζαν καλά ελληνικά. Κυρίως όμως επειδή απευθύνονταν σε πολίτες που είχαν σπουδάσει αυτή τη γλώσσα, την οποία χρησιμοποιούσαν και στην ιδιωτική αλληλο- γραφία τους και στις εμπορικές τους συναλλαγές. Παράλληλα, όμως, η προσωπική προφορική μαρτυρία του ίδιου του Βαμβακάρη είναι επίσης μια εξαίσια δημοτική γλώσσα. Αυτοί οι παράλληλοι βίοι δύο ελληνικών «γλωσσών» σπάνε κόκαλα. Υπο- πτεύομαι ότι στα άφαντα, για την ώρα, μυθιστορήματα τα οποία λέει ότι έγραψε πρέπει να χρησιμοποίησε αυτή την έξοχη λαλιά. Δεν ξέρω, ακόμα και μέχρι τώρα, για ποιους λόγους και σε πόσους θα ήταν χρήσιμα αυτά τα γραπτά, εκτός κι αν ανακαλυφθεί ξαφ- νικά ένας νέος Μακρυγιάννης, οπότε τα πράγματα παίρνουν άλλη τροπή.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=