Μαχαίρι (pocket)

[ 30 ] «Τη Ράκελ» είπε ο Μπγιορν. «Λιποθύμησες στο αμάξι κι εγώ σ’ ανέβασα επάνω, ξεκλείδωσα την πόρτα, σ’ άφησα μέσα κι έφυγα. Αυτά». Από την ταχύτητα με την οποία κυλούσε η σταγόνα ο Χάρι κα­ τάλαβε ότι είχε ακόμη χρόνο μέχρι να φτάσει στα χείλη του. Απομά­ κρυνε το μπουκάλι από το στόμα και είπε στο τηλέφωνο: «Αυτό ήταν;». «Αυτή είναι η σύντομη βερσιόν». «Μήπως παίξαμε ξύλο;» «Εσύ κι εγώ ;» «Έτσι όπως λες το “εγώ” φαίνεται ότι μάλλον έπαιξα μόνο εγώ. Με ποιον;» «Ας πούμε ότι ο νέος ιδιοκτήτης του Jealousy μάζεψε μερικές». «Μερικές; Ξυπνάω κι έχω τρία γδαρμένα δάχτυλα κι αίματα στο παντελόνι μου». «Την πρώτη φορά τον πέτυχες στη μύτη και πετάχτηκαν αίματα παντού.Ύστερα όμως έσκυψε και πέτυχες τον τοίχο. Παραπάνωαπό μία φορά. Νομίζω ότι και ο τοίχος έχει ακόμη αίματα δικά σου». «Καλά, κι ο Ρίνγκνταλ δεν με χτύπησε;» «Ήσουν τόσο τύφλα, που δεν του πήγαινε η καρδιά, Χάρι. Ο Έι­ σταϊν κι εγώ μπήκαμε στη μέση και σε σταματήσαμε, για να μην τραυματιστείς περισσότερο». «Πω, ρε πούστη μου, έχασα την μπάλα». «Κοίτα να δεις, ένα χεράκι ξύλο το ήθελε κι ο Ρίνγκνταλ. Είχε παίξει όλο τον δίσκο White Ladder και πήγαινε και για επαναληπτικό γύρο. Και τότε άρχισες να τουφωνάζεις ότι πάει να γαμήσει τηφήμη του μπαρ που είχατε φτιάξει εσύ, ο Έισταϊν κι η Ράκελ». «Όντως, αυτό είχαμε κάνει. Μιλάμε, ήταν χρυσωρυχείο αυτό το

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=