Μαχαίρι (pocket)

[ 29 ] «Θες κάτι άλλο;» «Ναι, είδα ότι με πήρες στις εννιά». «Σε πήρα, αλλά δεν απάντησες». «Απ’ ό,τι φαίνεται, το τηλέφωνό μου είχε πέσει κάτω από τον καναπέ. Ήμουν στο Jealousy». «Το σκέφτηκα. Κι έτσι πήρα τον Έισταϊν και μου ’πε πως ήσουν εκεί». «Και;» «Κι ήρθα και σε βρήκα. Καλά, δεν θυμάσαι τίποτα;» «Όχι, ρε πούστη μου. Σκατά. Τι συνέβη;» Ο Χάρι άκουσε τον συνάδελφό του να ξεφυσάει βαριά και φα­ ντάστηκε τον χλωμό, φεγγαροπρόσωποφίλο του, με την τραγιάσκα και τις μεγαλύτερες, τις πιο κόκκινες φαβορίτες που είχε δει ποτέ κανείς στην αστυνομία τουΌσλο, να γυρίζει τα γουρλωτά μάτια του προς το ταβάνι σε ένδειξη απαξίωσης. «Τι θες να μάθεις;» «Μόνο ό,τι εσύ νομίζεις πως πρέπει να ξέρω» είπε ο Χάρι παρα­ τηρώντας κάτι στο καλάθι με τ’άπλυτα: τον λαιμό ενός μπουκαλιού να εξέχει ανάμεσα σε βρόμικα εσώρουχα και μπλουζάκια. Το τρά­ βηξε έξω. JimBeam.Άδειο. Ήμήπως όχι; Ξεβίδωσε το καπάκι, έφερε το άνοιγμα στα χείλη κι έριξε το κεφάλι προς τα πίσω. «Οκέι, άκου τη σύντομη βερσιόν» είπε ο Μπγιορν. «Όταν ήρθα στο Jealousy Bar στις εννιά και τέταρτο το βράδυ, ήσουν σκνίπα. Και μέχρι να σε πάωσπίτι στις δέκα και μισή μιλούσες ακατάπαυστα για ένα και μόνο πράγμα. Έναν άνθρωπο. Μάντεψε ποιον». Ο Χάρι δεν απάντησε, ταρακούνησε το μπουκάλι κι ακολούθησε με το βλέμμα του τη μοναδική σταγόνα που κυλούσε προς το μέρος του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=