Μαχαίρι (pocket)

[ 23 ] δί δικό του. Ο Χάρι ήταν ευτυχισμένος μαζί τους. Και τρομοκρατη­ μένος. Ευτυχισμένος μες στην άγνοιά του, δυστυχισμένος επειδή ήξερε ότι κάτι θα τους συνέβαινε, ότι δεν ήταν φτιαγμένος για τόση ευτυχία. Και τρομοκρατημένος μήπως χάσει τη Ράκελ. Γιατί μια μισή καρδιά δεν μπορεί χωρίς το άλλο της μισό, το ήξεραν κι οι δύο αυτό. Αφού λοιπόν δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς εκείνη, γιατί είχε φύγει μακριά της στ’ όνειρό του; Δεν ήξερε, δεν θυμόταν. Θυμόταν μόνο ότι η Ράκελ επέστρεψε για να του ζητήσει πίσω τη μισή της καρδιά, ν’ ακούσει τους ήδη αδύναμους χτύπους μες στο στήθος του, ν’ανακαλύψει πού κρυβό­ ταν. Του χτυπούσε την πόρτα. Στο τέλος, η πραγματικότητα, σαν γροθιά, τον είχε χτυπήσει κατά μέτωπο. Την είχε χάσει. Και δεν ήταν εκείνος που είχε φύγει. Εκείνη τον είχε πετάξει έξω. Ο Χάρι προσπάθησε να πάρει ανάσα. Ένας ήχος τρύπησε το τύμπανο του αυτιού του. Κατάλαβε ότι ο πόνος δεν επικεντρωνόταν μόνο πίσω από τα μάτια του · όλο του το κεφάλι ήταν μια μπάλα πόνου. Ήταν ο ίδιος ήχος που τον είχε ξυπνήσει από το όνειρο. Κά­ ποιος χτυπούσε την πόρτα. Μια ανόητη, ενοχλητική, πειθήνια ελπί­ δα καρφώθηκε ξανά στο μυαλό του. Δίχως ν’ανοίξει τα μάτια του, ο Χάρι τέντωσε το χέρι του προς το πάτωμα δίπλα στον καναπέ-κρεβάτι, έριξε το μπουκάλι με το ουίσκι κι άκουσε τον ήχο που έκανε εκείνο καθώς κυλούσε άδειο πάνωστο παρκέ. Πίεσε τον εαυτό του ν’ ανοίξει τα μάτια. Κοίταξε το χέρι του που κρεμόταν πάνω στο πάτωμα σαν άπληστη δαγκάνα · είδε το γκρίζο προσθετικό του δάχτυλο από τιτάνιο. Το χέρι του ήταν γεμά­ τοαίματα. Σκατά.Μύρισε ταδάχτυλά τουπροσπαθώντας ναθυμηθεί

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=