Μαχαίρι (pocket)

[ 19 ] σ’ένα μαχαίρι: προσωπικότητα · ψυχή · μαγεία. Πριν ο ψηλός νεαρός αστυνομικός με τα κοντοκουρεμένασαν βούρτσαμαλλιά καταστρέ­ ψει τα πάντα, ο Σβάιν Φίνε είχε μια υπέροχη συλλογή είκοσι έξι μα­ χαιριών. Το ωραιότερο απ’ όλα ήταν ένα μαχαίρι από την Ιάβα. Μακρύ, λεπτό κι ασύμμετρο, σαν φίδι που ελισσόταν μπροστά από τη λαβή. Κούκλα, σαν γυναίκα.Μπορεί ναμηνήταν τοπιοαποτελεσματικόστη χρήση, αλλάσευπνώτιζεόπως τοβλέμμαενόςφιδιούήμιαςόμορφης γυναίκας κι έκανε τους ανθρώπους να υπακούουν σε ό,τι κι αν τους έλεγες. Αντιθέτως, τοπιοαποτελεσματικό, δολοφονικόόπλοτηςσυλ­ λογής τουήτανέναrampuri, τοαγαπημένοστιλέτοτης ινδικήςμαφίας. Απαύγαζε μια παγωνιά λες κι ήταν φτιαγμένο από πάγο · ήταν τόσο άσχημο,πουαυτότοέκανεσυναρπαστικό.Είχεκιέναμαχαίριkarambit, με λαβή σαν νύχια τίγρη, όπου η αποτελεσματικότητα κι η ομορφιά γίνονταν ένα. Μα ήταν μια ομορφιά όλο φτιασίδι, σαν πουτάνα με λίγο παραπάνωμακιγιάζ απ’ό,τι χρειαζόταν και λίγο πιο στενόφόρε­ μα απ’ό,τι έπρεπε και υπερβολικά βαθύ ντεκολτέ. Ο Σβάιν Φίνε ποτέ του δεν το είχε αγαπήσει. Του άρεσε τα πράγματα να είναι αθώα. Παρθένα. Και, ει δυνατόν, απλά. Σαν το αγαπημένο του μαχαίρι απ’ ολόκληρη τησυλλογή. Έναφινλανδικόpuukko. Ηλαβή τουήταναπό καφετί ξύλο, με λεπίδα κοντή, αυλακωτή, που δεν έκλεινε μες στη λαβή, και στην άκρη γύριζε προς τα επάνω, ώστε νασχηματίζει οξεία γωνία.Το είχε αγοράσει στοΤουρκού και δυο μέρες αργότερα το είχε χρησιμοποιήσει για να εξηγήσει σε μια ανόητη δεκαοκτάχρονη που εργαζόταν μόνη της σ’ ένα βενζινάδικο έξω απ’ το Ελσίνκι πώς είχαν ταπράγματα. Είχεήδηαρχίσει νατραυλίζει τότε, όπως κάθεφοράπου άναβε σεξουαλικά. Αυτό δεν ήταν ένδειξη ότι δεν είχε τον απόλυτο έλεγχο · αντιθέτως, ήταν ένδειξη υψηλών επιπέδων ντοπαμίνης. Και

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=