Ματωμένη σελήνη

J O N E S B O 16 και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Ακολούθησε με το βλέμμα την ηλικιωμένη γυναίκα καθώς έβγαινε από το μπαρ προς το πάρκινγκ. Πόσο μικρόσωμη ήταν. Σχεδόν αραχνοΰφαντη, εύ- θραυστη, αλλά δυνατή σαν σπουργίτι. Μπεζ παντελόνι και ασορ- τί κοντό σακάκι. Είχε κάτι από τη δεκαετία του 1980 στο πα- λιομοδίτικο αλλά καλόγουστο στιλ της. Έτσι έκανε εμφάνιση στο μπαρ κάθε πρωί. Εντυπωσιακά. Για το εκλεκτό κοινό δύο με οκτώ ατόμων. «Ήρθε η Λουσίλ!» ανακοίνωνε ο Μπεν πριν ξεκινήσει να της φτιάχνει από μόνος του το αγαπημένο της ποτό, ουίσκι σάουρ. Αλλά δεν ήταν αυτή η εντυπωσιακή της είσοδος που θύμιζε στον Χάρι τη μητέρα του, που είχε πεθάνει στο νοσοκομείο Ράντιουμ όταν εκείνος ήταν δεκαπέντε χρονών τρυπώντας σαν σφαίρα την καρδιά του για πρώτη φορά. Ήταν η ευγενική, γε- λαστή και συνάμα θλιμμένη ματιά της Λουσίλ, το βλέμμα μιας καλής ψυχής που είχε παραιτηθεί από τις μάχες της. Και η φροντίδα που έδειχνε στους άλλους, κάθε που τους ρωτούσε για την υγεία τους, τα ερωτικά τους προβλήματα ή τις κόντρες με τους οικείους τους. Και η διακριτικότητα που έδειχνε αφή- νοντας τον Χάρι στην ησυχία του, να κάθεται σιωπηλός στον πάγκο του μπαρ στην άλλη άκρη της αίθουσας. Η μητέρα του, η λιγομίλητη εκείνη γυναίκα που είχε λειτουργήσει ως πύργος ελέγχου της οικογένειας, ως νευραλγικό της κέντρο, ο άνθρωπος που κινούσε τα νήματα τόσο διακριτικά ώστε να νομίζουν ότι τις αποφάσεις τις έπαιρνε ο πατέρας του. Η μητέρα του, μια ασφαλής αγκαλιά, αυτή που πάντα καταλάβαινε, ο άνθρωπος που ο Χάρι είχε αγαπήσει πάνω απ’ όλους και γι’ αυτό έγινε και η αχίλλειος πτέρνα του. Σαν εκείνη τη φορά στη Β΄ δημοτι- κού, που είχε χτυπήσει απαλά η πόρτα της τάξης και στο άνοιγ- μα στεκόταν εκείνη με το τάπερ που ο Χάρι είχε ξεχάσει σπίτι. Το πρόσωπο του Χάρι είχε λάμψει ολόκληρο, μέχρι που άκουσε έναν συμμαθητή του να χαζογελάει και σηκώθηκε και βγήκε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=