Σχολομαντείο Μάθημα Τρίτο: Οι Χρυσές Συνάξεις

NAOM I NOB I K 10 ανάμεσα στις ρίζες δύο δέντρων. Κανονικά, δε θα επαρκούσε, ωστόσο είχα στη διάθεσή μου απεριόριστο μάνα που συνέχιζε να ρέει μέσα μου, καθώς ο κύκλος τροφοδοσίας της αποφοί- τησης παρέμενε ενεργός. Φόρτισα το ξόρκι με δύναμη και έκανα τα λασπόνερα του λάκκου λεία σαν γυαλί. Κάρφωσα τα μάτια μου στην επιφάνεια και φώναξα: «Ωρίωνα! Ωρίωνα Λέικ! Σε καλώ τούτη την ώρα του…» –έριξα μια βιαστική ματιά στην πρώτη λιακάδα και στον πρώτο ουρανό που αντίκριζα μετά από τέσσερα χρόνια, και το μόνο που ένιωσα ήταν απελπισία και αγανάκτηση επειδή δεν ήταν χάραμα ή μεσημέρι ή μεσο- νύχτι ή κάποια άλλη πρόσφορη ώρα τέλος πάντων– «γεμίσμα- τος της μέρας, να έρθεις σ’ εμένα μέσα από το έρεβος, υπα- κούοντας μόνο στη φωνή μου». Αυτό σήμαινε πως κατά πάσα πιθανότητα θα βρισκόταν υπό την επήρεια ενός ξορκιού υπο- ταγής όταν θα έφτανε εδώ, αλλά θα το σκεφτόμουν αργότερα αυτό, αφού θα ερχόταν εδώ– Το ξόρκι πέρασε αυτή τη φορά, και το νερό ανταριάστηκε και μετατράπηκε σε ασημί-μαύρο νέφος, το οποίο άφησε απρό- θυμα να αναδυθεί αργά από μέσα μια φασματική εικόνα, που ίσως ήταν ο Ωρίωνας από πίσω, ίσα ίσα ένα περίγραμμα σε κατασκότεινο φόντο. Ό,τι κι αν ήταν, βούτηξα το μπράτσο μου μέσα στο σκοτάδι για να τον πιάσω, και προς στιγμήν μου φάνηκε –ήμουν σίγουρη– ότι τον γράπωσα. Έξαλλη ανακού- φιση με πλημμύρισε: τα είχα καταφέρει, τον είχα βρει – μα τότε ούρλιαξα, γιατί τα δάχτυλά μου βυθίστηκαν στην επιφά- νεια ενός αβυσσο-στόματος που έστρεψε καταπάνω μου την απομυζητική πείνα του. Κάθε ίνα του κορμιού μου ήθελε να απαλλαγεί αμέσως από αυτή την αίσθηση. Και τότε η αίσθηση έγινε ακόμα χειρότερη,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=