Σχολομαντείο Μάθημα Πρώτο - Θανάσιμη εκπαίδευση

ΘΑΝΑ Σ Ι ΜΗ Ε ΚΠΑ Ι Δ Ε Υ ΣΗ 11 σκουβάρα! Δε θέλω τείχη θανάσιμης φλόγας! Θέλω να ξεβρο- μίσει το αναθεματισμένο δωμάτιο!». Σε απάντηση στις φωνές μου πετάχτηκε μέσα από το κενό ένας φρικιαστικός τόμος ντυμένος μ’ ένα είδος ωχρού εύθρυ­ πτου δέρματος, με μυτερές γωνίες στις τέσσερις άκρες, που έκαναν έναν ανατριχιαστικό ήχο σαν γρατζούνισμα καθώς το βιβλίο ήρθε προς το μέρος μου γλιστρώντας πάνω στη μεταλ­ λική επιφάνεια του γραφείου. Το δέρμα προερχόταν μάλλον από γουρούνι, αλλά κάποιος ήθελε προφανώς να σε κάνει να πιστέψεις πως ήταν γδαρμένο δέρμα ανθρώπου, το οποίο ήταν σχεδόν εξίσου άθλιο, ενώ το βιβλίο άνοιξε από μόνο του σε μια σελίδα με οδηγίες για το πώς να υποδουλώσεις μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων ώστε να εκτελέσουν το πρόσταγμά σου. Φα­ ντάζομαι ότι θα μου καθάριζαν το δωμάτιο αν τους το έλεγα. Τελικά, χρειάστηκε να βγάλω έναν από τους ηλίθιους κρυ­ στάλλους της μητέρας μου και να καθίσω στο στενό κρεβάτι μου που έτριζε, ώστε να διαλογιστώ για δέκα λεπτά, με τη βρόμα του ψυχοβόρου να πλανιέται ολόγυρα, ποτίζοντας τα ρούχα, τα σεντόνια και τα χαρτιά μου. Κανείς θα περίμενε ότι οι μυρωδιές θα εξαφανίζονταν στο άψε σβήσε, από τη στιγμή που ένας ολόκληρος τοίχος του δωματίου είναι ανοιχτός στην ειδυλλιακή θέα ενός μυστικιστικού σκοτεινού κενού –σαν να ζεις σε διαστημόπλοιο στραμμένο προς την καρδιά μιας μαύρης τρύπας, και άλλα τέτοια ευχάριστα– αλλά θα έκανε λάθος. Μόλις κατάφερα να κατασιγάσω επιτέλους την ασυνάρτητη μανιασμένη οργή μου, ξαπόστειλα το βιβλίο με το εξώφυλλο από δέρμα γουρουνιού αποκεί που ήρθε –χρησιμοποιώντας καλού κακού ένα στιλό για να το σπρώξω μέσα στο σκοτεινό κενό– και είπα με όση ηρεμία μπόρεσα να επιστρατεύσω: «Θέ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=