Μάρξ και μαρξισμός

MAΡΞ 34 του. Και αν ο «Άνθρωπος» και το «είναι-του-είδους» ήταν θεο- λογικές έννοιες, τι θα μπορούσε να περισώσει ή να προωθήσει η «κριτική» ως εναλλακτική στον εγωισμό; Ποια ηθική θέση υπήρχε πλέον αν όλες οι ηθικές θέσεις προέρχονταν από τη θρησκεία και ήταν, επομένως, αδύνατο να τις υπερασπιστεί κανείς; Μήπως η «ενότητα του ανθρώπου» ήταν ένα θεολογικό αξίωμα; Μήπως το ίδιο συνέβαινε και με την «κοινωνία»; Κατά μία έννοια, αυτό συνοψίζεται σε ένα απλό ερώτημα: αν πρόκειται να είμαστε επικριτικοί στον «εγωισμό», γιατί να αγαπάμε ή έστω να βοηθάμε τους άλλους, ειδικά τους ξένους; Η παραδοσιακή απάντηση, ότι ο Θεός μας προστάζει να το κάνουμε εξαιτίας της κοινής μας ανθρώπινης φύσης, δεν βρι- σκόταν πλέον ανάμεσα στις επιλογές. Ούτε ο Μαρξ ούτε ο Ένγκελς ήθελαν να ξεκινήσουν μια νέα θρησκεία ή μια παραλ- λαγή κάποιας παλιάς, όπως έκανε ο Βρετανός σοσιαλιστής Ρόμπερτ Όουεν ή οι σενσιμονιστές. Κατά τα φαινόμενα ο Στίρ- νερ έδωσε μια απάντηση δοξάζοντας απλά τον υπαρκτό εγωι- σμό και παρακάμπτοντας έτσι το πρόβλημα. Ο Στίρνερ όμως μετά από λίγο θα έπεφτε θύμα της ίδιας λογικής και ο «εγωι- στικός άνθρωπος» που δίδαξε αποκηρύχτηκε ως άλλη μία αφηρημένη κατηγορία και εξιδανικευμένη ανθρώπινη ουσία. Για τον Ένγκελς, μετά τον Στίρνερ δεν είχε μείνει στην «αγάπη για την ανθρωπότητα» καμία άλλη βάση πέρα από έναν αόριστο και απροσδιόριστο «αλτρουιστικό» «εγωισμό της καρδιάς», μια αδιέξοδη διατύπωση που, πολύ σοφά, ο Μαρξ επέλεξε να μην την υιοθετήσει. Αυτό και μόνο, σκεφτόταν ο Ένγκελς, «είναι η αφετηρία της αγάπης μας για την ανθρωπότητα, η οποία σε διαφορετική περίπτωση μένει επί ξύλου κρεμάμενη». Έπρεπε κάποιος να ενημερώσει τον Στίρνερ, επέμενε ο Ένγκελς, ότι «ο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=