Manhattan Transfer

J O H N D O S P A S S O S 30 Η γυναίκα του και οι κόρες του έλειπαν από το σπίτι. Ζέστα- νε μια κανάτα νερό στο γκάζι. Ύστερα, με το ψαλίδι που βρήκε στην κορνίζα του τζακιού, έκοψε τις μακριές καστανές τούφες της γενειάδας του. Μετά άρχισε να ξυρίζεται πολύ προσεκτικά με το καινούργιο γυαλιστερό νικέλινο ξυραφάκι. Όρθιος, τρέ- μοντας, άγγιξε με τα δάχτυλά του τα λεία λευκά μάγουλά του μπροστά στον λερωμένο καθρέφτη. Είχε αρχίσει να ψαλιδίζει το μουστάκι του όταν άκουσε μια φωνή πίσω του. Στράφηκε προς το μέρος τους με πρόσωπο λείο σαν το πρόσωπο του Κινγκ Κ. Ζιλέτ, πρόσωπο όπου διαγραφόταν ένα χαμόγελο γεμάτο περη- φάνια για το τι αγοράζει κανείς με αντίτιμο ένα δολάριο. Τα μάτια των δύο μικρών κοριτσιών τον κοίταζαν γουρλωμένα. «Μαμά… είναι ο μπαμπάς» φώναξε η μεγαλύτερη. Η γυναίκα του σωριάστηκε σαν σακί με άπλυτα στην κουνιστή πολυθρόνα και σκέπασε το κεφάλι με την ποδιά της. «Όι, όι! Όι, όι!» γόγγυζε ενώ κουνιόταν μπρος πίσω. «Τι τρέχει; Δεν σ’ αρέσει;» Πηγαινοερχόταν με το ξυραφάκι να γυαλίζει στο χέρι του πασπατεύοντας κάθε τόσο το λείο πι- γούνι του.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=