Μάνη

Π Α Τ Ρ Ι Κ Λ Η Φ Ε Ρ Μ Ο Ρ 18 Σκύρου. Στον επόμενο χώρο, άλλο ένα κατάβρεγμα φανέρωσε κι άλλες μαγικές εικόνες: την Ευρώπη –πανέμορφη, καμωμένη θαρρείς απ’ τον Κανόβα, με ώμους σαν του μπουκαλιού της σαμπάνιας και με δαχτυλιδένια μέση, με βαριά μεριά, καλλίπυ­ γη και μακροπόδαρη– να κάθεται μονόπαντα στη ράχη ενός όμορφου ταύρου, που με το στέρνο του έσκιζε τον αφρό πηγαί­ νοντας στην Κρήτη. «Πόσο ευχαριστημένος είναι ο Δίας, να την έχει στη ράχη του» παρατήρησε ο άντρας. «Δείτε πώς χαμογελά». Όταν φύγαμε, το νερό στέγνωνε στα πρώτα ψηφιδωτά, και τα λουλούδια, οι φιγούρες και τα ζώα ήταν σχεδόν αόρατα ξανά. Την εποχή του Παυσανία, το πλέον πολύτιμο έκθεμα της πόλης ήταν ένα θραύσμα από το κέλυφος του ενός από τα δύο αυγά της Λήδας, του δυσοίωνου δίκροκου αυγού απ’ όπου εκκολάφθηκε η Ελένη. (Το άλλο έκλεινε μέσα την Κλυταιμνήστρα, με την καθεμία να μοιράζεται το ίδιο κέλυφος με έναν απ’ τους Διό­ σκουρους.) Η κάψα που σφυροκοπούσε όλη μέρα τον κεντρικό δρόμο της Σπάρτης είχε λιγοστέψει. Ο λακωνικός κάμπος δρόσισε. Λίγα χιλιόμετρα παραπίσω από τις στέγες και τα αναδευμένα δέντρα, ο Ταΰγετος υψωνόταν στον ουρανό σαν τείχος που ’δειχνε από­ κρημνο, και η αναρρίχησή του ακατόρθωτη, σαν των Ιμαλαΐων. Ψηλά στην πλαγιά τούτου του μεγάλου εμποδίου ένας δρόμος σκαρφάλωνε κόβοντάς τη σε εκτάσεις με ενάμισι χιλιόμετρο μή­ κος και σε απότομες γωνίες, σαν σπαστό μέτρο · ψηλά κι ακόμα ψηλότερα, ώσπου χανόταν ανάμεσα σε κορυφές που οι πιο ωχροί τους βράχοι έδιναν τη μισοπειστική ψευδαίσθηση αιώνιου χιο­ νιού. Αυτός ήταν ο δρόμος για την Αναβρυτή, η προσπέλασή μας κατά την ιδιωτική μας εισβολή στη Μάνη. Κάποιος που γνωρί­ σαμε τυχαία στον Μυστρά, κι αποδείχτηκε ότι ήταν ο διευθυντής

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=