Μάκβεθ

Μ Α Κ Β Ε Θ 17 το έδειχναν · υπήρχε κάτι στον χαρακτήρα του που απωθούσε τους ανθρώπους. Απλώς δεν μπορούσε να καταλάβει τι. Η εμ- φάνιση και η αυτοπεποίθησή του έλκυαν έναν συγκεκριμένο τύπο γυναίκας, ήταν ευγενικός, μορφωμένος και πιο έξυπνος από τους περισσότερους ανθρώπους που γνώριζε. «Κανένας; Αλήθεια; Καλώς. Τότε ας κινηθούμε σύμφωνα με το σχέδιό μας, αλλά με μερικές μικρές τροποποιήσεις. Ο Σέιτον με τους τρεις δικούς του θα πάνε δεξιά όταν βγούμε και θα καλύψουν τους μισούς πίσω. Εγώ με τους τρεις δικούς μου θα πάμε αριστερά και θα καλύψουμε τους υπόλοιπους. Εσύ, Σίβαρτ, θα αποσπαστείς, θα τρέξεις γρήγορα αριστερά, έξω από το φως, και θα διαγράψεις ένα ημικύκλιο στα σκοτεινά για να βρεθείς πίσω από τους Ράιντερ. Πάρε θέση πάνω στη ράμπα για να μην μπορέσει κανένας να το σκάσει ανεβαίνοντας στο πλοίο. Κατά- λαβες;» Ο Σέιτον ξερόβηξε. «Ο Σίβαρτ είναι ο πιο νέος και…» «…ο πιο γρήγορος» τον διέκοψε ο Ντοφ. «Δεν ρώτησα αν υπάρχουν αντιρρήσεις, ρώτησα αν οι οδηγίες μου έγιναν κατα- νοητές ». Παρατήρησε τα ανέκφραστα πρόσωπα απέναντί του. «Θεωρώ ότι η απάντηση είναι ναι». Στράφηκε πάλι προς το παράθυρο. Ένας κοντός στραβοκάνης με άσπρο καπέλο καπετάνιου κα- τέβηκε με μάγκικο βήμα τη ράμπα κάτω από την καταρρακτώδη βροχή. Και σταμάτησε μπροστά στον άντρα πάνω στην κόκκινη μοτοσικλέτα. Ο αναβάτης δεν είχε βγάλει το κράνος του, είχε σηκώσει απλώς τη μάσκα, ούτε είχε σβήσει τη μηχανή. Καθόταν καβάλα στη σέλα, σε μια χυδαία στάση με τα πόδια ανοιχτά, και άκουγε τον καπετάνιο που του μιλούσε. Από το κράνος του ξε- φύτρωναν δύο ξανθές κοτσίδες που έπεφταν πάνω στον λογότυ- πο των Νορς Ράιντερ στην πλάτη του δερμάτινου μπουφάν. Ο Ντοφ πήρε μια βαθιά αναπνοή. Έλεγξε το όπλο του. Το κακό ήταν ότι ο Μάκβεθ του είχε τηλεφωνήσει. Είχε πά- ρει κι αυτός την ίδια πληροφορία από ένα ανώνυμο τηλεφώνη-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=