Λόγια νεκρών

Λ Ο Γ Ι Α Ν Ε Κ Ρ Ω Ν 15 Μόνο που τώρα ήταν νεκρός. Ακόμα και από το κατώφλι, από την άλλη άκρη του δωματίου, ήταν προφανές ότι εκεί βρισκόταν ένα πτώμα. Ο Μακέι φανταζόταν πως αν άγγιζε τον πήχη του χεριού του κυρίου Γκάρικ, θα ένιωθε κρύο το δέρμα στα ακρο­ δάχτυλά του. Σαν ένα κομμάτι κρέας. Στη σκέψη αυτή, ανέβηκε χολή στον λαιμό του και την κα­ τάπιε. Δεν ήταν ώρα να τον πιάνει σιχασιά. Ήταν εφημέριος επί δύο δεκαετίες, είχε τελέσει περισσότερες κηδείες απ’ όσες θυ­ μόταν, είχε δει εκατοντάδες πτώματα, με εκείνη την κέρινη ψευδαίσθηση ύπνου. Τούτο δω δεν διέφερε. Ψυχραιμία, σκέφτηκε. Ό,τι κι αν συμβεί, ψυχραιμία. Η Ρομπέρτα έκανε αργά, μετρημένα βήματα από το κατώφλι ως το πλευρό του συζύγου της. Ο Μακέι την ακολούθησε, μένο­ ντας μακριά από το κρεβάτι. Αυτό που κάποτε ήταν ένα ευρύ­ χωρο καθιστικό τώρα ήταν ένα φισκαρισμένο δωμάτιο, με ντου­ λάπα, συρταριέρα κι ένα κομοδίνο, μια τηλεόραση στον τοίχο και απέναντι το ηλεκτρικό κρεβάτι φροντίδας. Κρεβάτι φροντίδας. Όχι νοσοκομειακό κρεβάτι. Ο κύριος Γκάρικ ήταν κάθετος ως προς τον διαχωρισμό, αν και ο Μακέι έβλεπε μικρή διαφορά ανάμεσα σε αυτό και στα κρεβάτια που γέμιζαν όλους τους θαλάμους νοσοκομείων που είχε επισκεφτεί. Κόστισε χιλιάδες, είχε πει ο κύριος Γκάρικ. Ήταν τοποθετημένο έτσι ώστε να βλέπει από τις τζαμαρίες στον εξαίσια φροντισμέ­ νο κήπο και στα δέντρα στο βάθος. Τώρα οι κουρτίνες ήταν κλειστές και ο ήλιος δεν θα έβλεπε ξανά τον Χένρι Γκάρικ. Ο Μακέι άγγιξε τον ακίνητο ώμο της Ρομπέρτα και ένιωσε τη ζεστασιά της μέσα από το ύφασμα της ελαφριάς ρόμπας της. Ζεστό δέρμα, όχι κρύο, όπως θα ήταν σίγουρα του άντρα της. Ο Μακέι κατάπιε ξανά χολή. Έσφιξε τον ώμο της απαλά, αλλά αν εκείνη το ένιωσε, δεν έδειξε κάτι. Ο άντρας της ήταν ξαπλωμένος εκεί σαν ένας άνθρωπος που

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=