Λόγια νεκρών

2 Η Ρομπέρτα Γκάρικ τον οδήγησε από το χολ στο καθιστικό στο βάθος του όμορφου σπιτιού της. Το δωμάτιο είχε με­ τατραπεί σε θάλαμο νοσοκομείου. Ο αιδεσιμότατος Πίτερ Μα­ κέι την ακολουθούσε, νιώθοντας σαν να τον έσερνε με σπάγγο. Μέσα του πάλευαν αντικρουόμενα αισθήματα: η επιθυμία για το σώμα της, ο φόβος για το δωμάτιο στο βάθος, η ανάγκη να το βάλει στα πόδια. Παρ’ όλα αυτά συνέχισε να περπατάει, επειδή ήταν τόσο θέλημα της Ρομπέρτα όσο και δικό του. Η κυρία Γκάρικ. Μετά από τόσα που είχαν συμβεί, μόνο πρόσφατα σταμάτησε να τη σκέφτεται με αυτό το όνομα. Ακό­ μα κι όταν δάγκωνε τον λαιμό της πάνω στην ένταση του ορ­ γασμού του, με τα πόδια της γύρω από τη μέση του, για εκείνον εξακολουθούσε να είναι η κυρία Γκάρικ. Τώρα ήταν Ρομπέρτα, και η οικειότητα της προσφώνησης με το μικρό της όνομα τον τρόμαζε. Εκείνη κοντοστάθηκε στην πόρτα, στην εσοχή της κάσας, και έπιασε το πόμολο. Για εκατοστή φορά ο Μακέι πρόσεξε το μήκος των νυχιών της, τη λεία, σχεδόν άψογη επιδερμίδα της, τα νύχια τόσο μακριά ίσα για να γρατζουνάνε. Γύρισε το πό­ μολο και έσπρωξε την πόρτα. Ο άντρας της, ακόμη κύριος Γκάρικ για εκείνον, παρά τις ώρες που είχε περάσει ο Μακέι στο προσκεφάλι του, ήταν ξα­ πλωμένος εκεί που τον είχε αφήσει το προηγούμενο βράδυ.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=