Λίγη ζωή

11 1 Το ενδέκατο διαμέρισμα είχε μόνο μια ντουλάπα , αλλά η συρό- μενη τζαμόπορτα έβγαζε σ’ ένα μπαλκονάκι, απ’ όπου διέκρινε έναν άντρα να κάθεται απέναντι, έξω, φορώντας μπλουζάκι μόνο και σορτς, αν και Οκτώβριος, και να καπνίζει. Ο Γουίλεμ σήκωσε το χέρι να τον χαιρετήσει, μα ο άντρας δεν ανταπέδωσε. Στην κρεβατοκάμαρα, ο Τζουντ ανοιγόκλεινε την πόρτα της ντου- λάπας, σαν ακορντεόν, όταν μπήκε ο Γουίλεμ. «Έχει μόνο μια ντου- λάπα» είπε. «Εντάξει» είπε ο Γουίλεμ. «Δεν έχω και τίποτα να βάλω μέσα, ούτως ή άλλως». «Ούτε εγώ». Χαμογέλασαν ο ένας στον άλλο. Η διαχειρίστρια τους ακολούθησε μέσα. «Θα το πάρουμε» της είπε ο Τζουντ. Αλλά πίσω στο γραφείο της, η διαχειρίστρια τους είπε ότι δεν μπορούσαν να νοικιάσουν το διαμέρισμα τελικά. «Γιατί όχι;» τη ρώ- τησε ο Τζουντ. «Δεν βγάζετε αρκετά για να καλύψετε έξι μηνών νοίκια, και δεν έχετε καθόλου οικονομίες» είπε η διαχειρίστρια, κοφτή ξαφνικά. Εί- χε ελέγξει την πίστωσή τους και τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς κι είχε επιτέλους συνειδητοποιήσει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με δύο εικοσάρηδες που δεν ήταν ζευγάρι και προσπαθούσαν παρ’ όλα αυτά να νοικιάσουν μια γκαρσονιέρα σ’ ένα αδιάφορο (ωστόσο ακριβό) τμήμα της Εικοστής Πέμπτης οδού. «Έχετε κάποιον να υπογράψει ως εγγυητής σας; Αφεντικό; Γονείς;» «Οι γονείς μας έχουν πεθάνει» είπε ο Γουίλεμ, σβέλτα. Η διαχειρίστρια αναστέναξε. «Τότε σας συνιστώ να μην έχετε τόσο μεγάλες προσδοκίες. Σε κανένα καλό κτίριο δεν θα νοικιάσουν σε ανθρώπους με το δικό σας οικονομικό προφίλ». Και μετά σηκώθηκε, με έναν αέρα οριστικό, και κοίταξε με νόημα κατά την πόρτα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=