Λίγη ζωή

Λ Ι Γ Η Ζ Ω Η 17 στρεψε τη βούρτσα στον Τζουντ). Το πρότζεκτ με τις τρίχες είχε απο- δειχθεί δύσκολο και από άλλες απόψεις· ένα βράδυ, όταν πάλι κάπως τους είχε ξαναπιάσει κορόιδα και τους τρεις και τους είχε ξαναπάει στη Μικρή Ιταλία και τους είχε ξαναβάλει να ξεμπλέκουν κι άλλες τρίχες, ο Μάλκομ σχολίασε ότι οι τρίχες μύριζαν. Και όντως μύριζαν: όχι τίποτα φοβερό, απλώς την ταγκή μεταλλική μυρωδιά των άλου- στων μαλλιών. Όμως τον Τζέι Μπι τον έπιασε μια από τις μανιακές εκρήξεις του, και είχε πει τον Μάλκομ νέγρο που μισεί τον εαυτό του και μπαρμπα-Θωμά 1 και προδότη της ράτσας του, και ο Μάλκομ, που πολύ σπάνια θύμωνε αλλά θύμωνε με τέτοιες κατηγορίες, έχυσε το κρασί του στην πλησιέστερη σακούλα με τρίχες και σηκώθηκε κι έφυ- γε. Ο Τζουντ έτρεξε, όπως όπως, ξοπίσω από τον Μάλκομ κι ο Γουίλεμ έμεινε να τα βγάλει πέρα με τον Τζέι Μπι. Και παρότι οι δυο τους συμφιλιώθηκαν την επόμενη μέρα, στο τέλος ο Γουίλεμ και ο Τζουντ αισθάνονταν (άδικα, το ήξεραν) ελαφρώς πιο θυμωμένοι με τον Μάλ- κομ, καθώς το επόμενο Σαββατοκύριακο ήταν πάλι στο Κουίνς, και πήγαιναν από μπαρμπέρικο σε μπαρμπέρικο σε μια προσπάθεια να αντικαταστήσουν τη σακούλα με τα μαλλιά που είχε καταστρέψει. «Πώς είναι τα πράγματα στον μαύρο πλανήτη;» ρώτησε τώρα ο Γουίλεμ τον Τζέι Μπι. «Μαύρα» είπε ο Τζέι Μπι, χώνοντας την πλεξούδα που ξέμπλεκε ξανά στη σακούλα. «Ας πηγαίνουμε· είπα στην Άνικα ότι θα είμαστε εκεί στη μιάμιση». Το τηλέφωνο στο γραφείο του άρχισε να χτυπά. «Δεν θα το σηκώσεις;» «Θα ξαναπάρουν». Καθώς περπατούσαν προς τα νότια, ο Τζέι Μπι γκρίνιαζε. Ως τώ- ρα είχε επικεντρώσει τη γοητεία του σε έναν αρχισυντάκτη ονόματι Ντιν, τον οποίο όλοι στην παρέα φώναζαν Ντιάν. Οι τρεις είχαν πάει σε ένα πάρτι στο διαμέρισμα των γονιών ενός συντάκτη στο Ντακότα, όπου ο ένας χώρος με καλλιτεχνικά εκθέματα οδηγούσε στον επόμε- νο. Καθώς ο Τζέι Μπι μιλούσε με τους συναδέλφους του στην κουζί- 1 «Μπαρμπα-Θωμάς» έχει επικρατήσει να αποκαλείται ο μαύρος που είναι υπερβολικά πειθήνιος και δουλοπρεπής με τους λευκούς.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=