Λάθος μέρος, λάθος στιγμή

Λ Α Θ Ο Σ Μ Ε Ρ Ο Σ , Λ Α Θ Ο Σ Σ Τ Ι Γ Μ Η 13 τα γυμνά πόδια της. Βάζει παπούτσια, έπειτα σταματά για ένα δευτερόλεπτο με το χέρι της στο μεταλλικό πόμολο. Τι… τι είναι αυτό το συναίσθημα; Δεν μπορεί να το εξηγήσει. Να είναι, άραγε, ντεζαβού; Δεν το νιώθει συχνά. Ανοιγοκλεί- νει τα μάτια και το συναίσθημα χάνεται, άυλο σαν καπνός. Τι να το προκάλεσε; Το χέρι της στο μπρούντζινο πόμολο; Το κί- τρινο φως που λάμπει απέξω; Όχι, δεν μπορεί να θυμηθεί. Τώ- ρα πάει. «Τι τρέχει;» λέει ο Κέλι, που εμφανίζεται πίσω της και δένει τη ζώνη της γκρίζας ρόμπας γύρω από τη μέση του. «Ο Τοντ… ο Τοντ… είναι εκεί με… κάποιον». Βγαίνουν έξω βιαστικά. Η φθινοπωρινή ψύχρα φέρνει στο δέρμα της ανατριχίλα. Η Τζεν τρέχει προς τον Τοντ και τον ξένο. Όμως, προτού καλά καλά καταλάβει τι συμβαίνει, ακούει τον Κέλι να φωνάζει: «Μη!». Ο Τοντ τρέχει και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα έχει κιόλας στις χούφτες του το πέτο από το παλτό του ξένου με την κου- κούλα. Τον κοιτάζει κατάματα, οι ώμοι του είναι ριγμένοι μπρο- στά, τα κορμιά τους ενωμένα. Ο ξένος βάζει το χέρι του στην τσέπη. Ο Κέλι τρέχει προς το μέρος τους με βλέμμα πανικόβλητο, τα μάτια του τρέχουν δεξιά, αριστερά, δεξιά, πάνω κάτω στον δρόμο. «Τοντ, όχι!» φωνάζει. Και τότε η Τζεν βλέπει το μαχαίρι. Η αδρεναλίνη οξύνει την όρασή της, καθώς το βλέπει να συμβαίνει. Μια γρήγορη, καθαρή μαχαιριά. Και ξαφνικά ο χρό- νος αρχίζει να κυλάει πιο αργά: η κίνηση του βραχίονα που αποτραβιέται, τα ρούχα που αντιστέκονται μετά το τράβηγμα του μαχαιριού. Παράλληλα με τη λεπίδα εμφανίζονται δυο λευκά πούπουλα, που παρασύρονται άσκοπα από τον παγω- μένο αέρα σαν χιονονιφάδες.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=