Λάιλα
Λ Α Ϊ Λ Α 11 πόδια, μπροστινά και πισινά. Το παιδί έπιασε να του σιγοψι- θυρίζει και κοιμήθηκε με το παιχνίδι κάτω από το πουκαμι- σάκι του. Η Λάιλα δεν θα μιλούσε σε κανέναν για εκείνη την εποχή. Ήξερε ότι θα φαινόταν θλιβερή – και, ειλικρινά, δεν ήταν. Η Ντολ την πήρε στην αγκαλιά της και την τύλιξε με το σάλι της. «Και τώρα τσιμουδιά» είπε. «Μη σου περάσει απ’ το μυαλό να τους ξυπνήσεις». Βόλεψε τη μικρή στον γοφό της και την κουβάλησε στο σκοτεινό σπίτι, βαδίζοντας όσο πιο προσεκτι- κά και αθόρυβα μπορούσε· βρήκε τον μπόγο με τα πράγματά της, που τον φύλαγε σε μια γωνιά, κι ύστερα βγήκαν και πάλι στο παγερό σκοτάδι και κατέβηκαν τα σκαλιά. Στο σπίτι η ατμόσφαιρα ήταν βαριά και δύσοσμη από τον ύπνο τόσων ανθρώπων και η νύχτα ήταν ανεμοδαρμένη, τα δέντρα θρόι- ζαν. Το φεγγάρι είχε δύσει· έπεφτε βροχή, τόσο λεπτή, που την ένιωθες σαν ελαφρύ μυρμήγκιασμα στο δέρμα. Το παιδί ήταν τεσσάρων ή πέντε ετών, με μακριά κανιά· το σάλι δεν έφτανε να τη σκεπάσει, όμως η Ντολ τής έτριβε τους αστρα- γάλους με το μεγάλο, τραχύ της χέρι και σκούπιζε την υγρασία από τα μάγουλα και τα μαλλιά της. Ψιθύρισε: «Ούτε που ξέρω τι θαρρώ πως κάνω. Ούτε που μου πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό. Μπα, μπορεί και να μου πέρασε. Δεν ξέρω. Μπορεί και ναι. Μα τούτη η νύχτα σίγουρα δεν σηκώνει σκέψεις». Ανασήκω- σε την ποδιά της για να σκεπάσει τα πόδια του παιδιού και προχώρησε, κουβαλώντας το πέρα από το ξέφωτο. Ίσως η πόρτα να άνοιξε και μια γυναίκα να τους φώναξε: Πού πας με το παιδί; κι ύστερα, μετά από ένα λεπτό, να ξανάκλεισε το πορτόφυλλο, λες και ήταν αρκετή αυτή η επίδειξη ανθρωπιάς. «Λοιπόν» ψιθύρισε η Ντολ «για να δούμε». Ο δρόμος δεν ήταν καλύτερος από μονοπάτι, όμως η Ντολ
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=