Η κυρία Νταλογούεϊ

[ 17 ] ντήσει στο πλοίο στο ταξίδι του προς την Ινδία! Ποτέ δεν έπρεπε να τα ξεχάσει όλα αυτά! Ψυχρή, άκαρδη, σεµνότυφη την αποκάλεσε. Ποτέ της δεν µπόρεσε να καταλάβει µε ποιον τρόπο αγαπούσε εκείνος. Αλλά οι Ινδές προφανώς καταλά- βαιναν – ανόητες, χαριτωµένες, ανάλαφρααπλοϊκές. Και ήταν ανώφελος ο οίκτος της. Γιατί είναι πολύ ευτυχισµένος, την είχε διαβεβαιώσει – απόλυτα ευτυχισµένος, παρόλο που δεν είχε κάνει ούτε ένα απ’ τα πράγµατα για τα οποία µιλούσαν · ολόκληρη η ζωή του ήταν µια αποτυχία. Ακόµη την έκανε να θυµώνει αυτό. Είχε φτάσει στην πύλη του πάρκου. Κοντοστάθηκε για µια στιγµή, κοιτάζοντας τα λεωφορεία στην οδό Πικαντίλι. Δεν θα έλεγε για κανέναν στον κόσµο τώρα ότι ήταν έτσι ή αλλιώς. Ένιωθε πολύ νέα · και ταυτόχρονα ανείπωτα γε- ρασµένη. Περνούσε κοφτερή σαν µαχαίρι µέσα απ’ όλα · και την ίδια ώρα ήταν έξω και παρατηρούσε. Είχε µονίµως την εντύπωση, καθώς παρατηρούσε τα ταξί, ότι βρισκόταν σε απόσταση, έξω, έξω, µακριά στη θάλασσα και µόνη της · είχε πάντοτε την εντύπωση πως ήταν πολύ, µα πολύ επικίνδυνο να ζεις έστωκαι µια µέρα. Όχι πως θεωρούσε ότι ήταν έξυπνη ή ότι ξεχώριζε απ’τους κοινούς θνητούς. Πώς τα κατάφερε να τα βγάλει πέρα στη ζωή της µε τις λιγοστές γνώσεις που τους είχε δώσει ηφροϊλάιν Ντάνιελς, δεν το καταλάβαινε. Δεν ήξε- ρε τίποτε · ούτε µια γλώσσα, ούτε ιστορία · σπάνια διάβαζε πια βιβλίο, εκτός από αποµνηµονεύµατα στο κρεβάτι · κι όµως

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=