Ξέχασέ με

C L A R E M A C K I N T O S H 26 θάνατο του πατέρα μου. Πιάστηκα από πέντε λέξεις που είχε πει ο ιατροδικαστής. Μην έχοντας σώας τας φρένας. Με βοήθησαν να ξεχωρίσω τον άντρα από την πράξη, να καταλάβω ότι με την αυτοκτονία του ο μπαμπάς δεν είχε στόχο να πληγώσει αυτούς που άφηνε. Μάλιστα, το τελευταίο του μήνυμα έδειχνε μια γνήσια πεποίθηση ότι θα ήμασταν πιο χα­ ρούμενοι χωρίς εκείνον. Κάθε άλλο. Πιο δύσκολο από το να αποδεχτώ την αυτοκτονία του πατέ­ ρα μου ήταν αυτό που συνέβη μετά. Το να προσπαθήσω να καταλάβω γιατί –αφού βίωσα από πρώτο χέρι τον πόνο του πένθους λόγω αυτοκτονίας κι αφού με είδε να κλαίω για τον αγαπημένο πατέρα μου– η μητέρα μου εν γνώσει της με ανά­ γκασε να περάσω τον ίδιο πόνο. Το αίμα βουίζει στα αυτιά μου σαν σφήκα παγιδευμένη στο τζάμι. Μπαίνω στην κουζίνα, κατεβάζω ένα ποτήρι νερό κι ύστε­ ρα πιέζω τα χέρια μου στη γρανιτένια επιφάνεια και σκύβω πάνω από τον νεροχύτη. Ακούω τη μαμά να τραγουδάει καθώς πλένει τα πιάτα· να γκρινιάζει στον μπαμπά μάζευε τα πιάτα σου καμιά φορά. Σύννεφα από αλεύρι καθώς έκανα κακοφτιαγ­ μένα κέικ στο βαρύ πήλινο μπολ της μαμάς. Τα χέρια της γύρω από τα δικά μου – να πλάθουμε μπισκότα, να φτιάχνουμε ζύμη. Και αργότερα, όταν γύρισα σπίτι για να μείνω, ο ένας να στέ­ κεται ακουμπισμένος στη σόμπα, ενώ ο άλλος ετοίμαζε το δεί­ πνο. Ο μπαμπάς στο γραφείο ή να βλέπει τηλεόραση στο καθι­ στικό. Εμείς οι γυναίκες στην κουζίνα – επειδή θέλαμε, όχι επειδή έπρεπε. Κουβεντολόι καθώς μαγειρεύαμε. Αυτό είναι το δωμάτιο όπου νιώθω πιο κοντά στη μαμά. Εδώ πονάω πιο πολύ. Ένας χρόνος σήμερα. Βουτιά θανάτου για τεθλιμμένη χήρα , έγραφε η Gazette .

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=