Κρίση ταυτότητας

Κ Ρ Ι Σ Η Τ Α Υ Τ Ο Τ Η Τ Α Σ 21 Τι πιωμένος που είσαι, Καρβάλιο, μεθυσμένος, άρρωστος, γέρος. Κλικ. Σιωπή. Γαλήνη. Πηγαίνω μέχρι το παράθυρο. Κακός ηθοποιός, καλό ρομπότ. Τα τζάμια θολά. Γράφω με το δάχτυλο στον αχνό τα πέντε γράμ- ματα της λέξης «ΣΚΑΤΑ» και μέσα απ’ το περίγραμμά τους κοιτάζω τις λωρίδες της Γκραν Βία, την ώρα που –το φαντάζο- μαι, το βλέπω με τον νου μου, ραγίζω μέσα μου– ο Καρμπονέλ θα σε κρατάει φυλακισμένη, δεμένη σε μια μαρμάρινη κολόνα ή σ’ ένα ποτήρι Cardhu ή σ’ ένα πακέτο Winston, ενώ σίγουρα θα σέρνει το ένα του πόδι παριστάνοντας τον Ριχάρδο τον Γ΄. Ο Καρμπονέλ θα έχει σίγουρα διαβάσει Σέξπιρ. Σίγουρα θα ’χει κλέψει απ’ αυτόν τις ατάκες του κακού κι εσύ της αναμάρτητης χήρας. Τι πιωμένος που είσαι, Φάλσταφ, μεθυσμένος, καταδικα- σμένος, γέρος. Θα μπορούσαμε να είχαμε φύγει μακριά, να είμαστε ευτυχι- σμένοι, Ζόμπι Φιλενάδα μου. Μ’ έναν τρόπο που δεν μπορώ να εξηγήσω, αυτήν τη φορά η πιο απίθανη επιλογή θα ήταν κι η πιο κατάλληλη. Ευτυχισμένοι στη Ρώμη, στη Συρία ή στην Μπανγκόκ, αλλά μακριά απ’ το αεροδρόμιο, γιατί εκεί έχασα έναν φίλο * . Είναι ένα σωρό πράγματα που σου έλεγαν οι γονείς σου όταν ήσουν μικρός, πράγματα στα οποία δεν έδωσες ποτέ σου την παραμικρή σημασία και που, γέρος πια, καταλαβαίνεις πως καλά θα είχες κάνει να τα είχες ακούσει. Για χρόνια ολόκληρα, όταν ήμουν μικρός, έπλενα μόνο το ένα μου χέρι όταν ήταν να φάμε, * Ο Θανόν προφανώς αναφέρεται στον θάνατο του συγγραφέα Μανουέλ Βά- σκεθ Μονταλμπάν –δημιουργού του ήρωα Καρβάλιο– στο αεροδρόμιο της Μπανγκόκ, από καρδιακή ανακοπή, το 2003.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=