Κρίση ταυτότητας

Κ Ρ Ι Σ Η Τ Α Υ Τ Ο Τ Η Τ Α Σ 17 σμένες τους σωληνώσεις. Αυτή τη νύχτα περισσότερο από ποτέ άλλοτε νιώθω το μισό μου κορμί Κάπτεν Χουκ και το άλλο μισό Πίτερ Παν. Παίρνω τη δεύτερη Heineken από το μίνι μπαρ προ- κειμένου η εισαγόμενη μπίρα –κι όχι κανένα ποτό της προκοπής, όπως, ας πούμε, ένα καλό κρασί ή ένα ουίσκι Ardbeg με λίγο νερό– να με κάνει να νιώσω χάλια. Όπως προστάζουν οι κανόνες, αφήνομαι να σωριαστώ στον καναπέ και ρίχνω μια ματιά στα ανακατεμένα σεντόνια πάνω στα οποία είχε προηγηθεί οργισμέ- νο σεξ, χωρίς άλλο παράπτωμα πέρα από την κακοποίηση της νύχτας. «Γιατί ο κόσμος τώρα παθαίνει κατάθλιψη και κανένας δεν στενοχωριέται απλώς, πράγμα που σε όλους μπορεί να συμβεί και δεν εμπλέκει τις φαρμακευτικές εταιρείες;» Η αλήθεια είναι πως δεν ήθελα να μ’ ακούσω να απαντώ και κατάπια οποιαδήποτε απάντηση. Εκείνη ούτε που την ένοιαξε: «Σου έχω μιλήσει για το επόμενο μυθιστόρημά μου;» Πολλές φορές. Ακούραστα. Ακόμα κι όταν σου δάγκωνα το στόμα για να σωπάσεις. Φιλενάδα μου, Φιλενάδα Ζόμπι, σε καλώ τώρα επιτόπου – μπορεί να μην ήρθες επειδή βρίσκεσαι στην Άβυσσο Α΄ Τάξης, τη σχεδιασμένη με χαρακιές καλής κοκαΐνης και κακίας με αλεξί- πτωτο. Γι’ αυτό δεν ήρθες; Ή επειδή θες να με προστατεύσεις. Πάντα αυτό λες: σε προστατεύω. Από τι στον δαίμονα πρέπει να με προστατεύεις; Θες να με πείσεις πως έχεις καλή καρδιά; Πώς να ακονίσω και να ερμηνεύσω τότε αυτά σου τα καμώματα σκλη- ρού κοριτσιού, αυτά τα φτερά που φτιάχτηκαν για να πετούν, αυτή την γκρίνια του «Διώξε εσύ το υπηρετικό προσωπικό, γιατί σήμερα ζαλίζομαι και με το που πατάω τα πόδια μου στη γη»; Ορκίζομαι πως δεν τα γύρευα όλα αυτά, γέρος πια, ξέροντας από παγίδες, και πόσο μάλλον απ’ τη γυναίκα του γκάνγκστερ, και

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=