Κρατάς μυστικό; (Οδός Τρόμου)

11 Και ξαφνικά, είμαι ο λύκος. Είμαι ο λύκος. Είμαι ο μαύρος λύκος. Στο όνειρό μου γίνομαι ο λύκος, που κοιτάζει, που έχει το βλέμμα καρφωμένο στον άλλο λύκο. Κάνουμε επίθεση. Παλεύουμε. Γρυλίζουμε, λυσσομα- νάμε, φτύνουμε, αφρίζουμε. Δαγκώνουμε, νυχιάζουμε, κουτουλάμε τα κεφάλια μας, ξεσκίζουμε τις σάρκες μας. Είμαι μανιασμένη. Η οργή ξεχύνεται σαν τη λάβα από μέσα μου. Εκρήγνυμαι. Ξυπνάω ουρλιάζοντας. Προσπαθώ να πεταχτώ από το κρεβάτι. Μπερδεύομαι με το σεντόνι και πέφτω κάτω. Προσγειώνομαι με έναν απαλό γδούπο στο πλάι. Είμαι λαχανιασμένη. Η καρδιά μου χοροπηδά μες στο στήθος μου. Βλεφαρίζω αρκετές φορές, προσπαθώ να διώ- ξω το όνειρο. Να διώξω τις εικόνες που δε λένε να φύγουν, το πρόσωπο του λύκου… την οργή… τα μπλε μάτια. Είμαι στο δωμάτιό μου. Ασημένιες φεγγαραχτίδες ξε- χύνονται από το ανοιχτό παράθυρο. « Έι» μουρμουρίζω, παλεύοντας ακόμη να διώξω τις τρομακτικές εικόνες. «Έι. Άλλος ένας εφιάλτης ήταν. Ένας εφιάλτης. Αυτό ήταν όλο». Μια φωνή από την άλλη πλευρά του δωματίου με ξαφ- νιάζει. «Τι έγινε;» Η αδελφή μου, η Σόφι, ανακάθεται. Η Σόφι κι εγώ μοι- ραζόμαστε το ίδιο δωμάτιο. Τα μάτια της λάμπουν στο φως του φεγγαριού που τρυπώνει από το παράθυρο. Έχει κι εκείνη μπλε μάτια. «Κι άλλος εφιάλτης» της λέω τρέμοντας ακόμη.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=