Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν

[ 21 ] γυρίσω στη µεζονέτα µου και δεν θα χρειάζεται να ψιλοκόψω τί­ ποτε. Είναι περίεργο πώς ύστερα από τόσα χρόνια ταξίδια για το Wing and a Prayer –κάθε βράδυ και άλλο εστιατόριο, τα γκαρσόνια να µιλάνε ισπανικά ή ταϊλανδέζικα, το µενού να περιλαµβάνει σεβί- τσε ή σκύλο– προσκολλήθηκα εγώ σ’ αυτή την αυστηρή ρουτίνα. Φρίκη! Μου θυµίζω τη µάνα µου. Αλλά µου είναι αδύνατον να σπά­ σω αυτή την περιορισµένη ακολουθία (έναν κύβο τυρί ή έξι εφτά ελιές · στήθος κοτόπουλου, µπριζόλα ή οµελέτα · βραστά λαχανικά · ένα γεµιστό µπισκότο, γεύση βανίλια · ποτέ παραπάνω από µισό µπουκάλι κρασί), σαν να βαδίζω πάνω σε δοκό ισορροπίας και µε ένα λάθος βήµα θα γκρεµιστώ. Έχω απορρίψει εντελώς τα όσπρια γιατί η προετοιµασία τους δεν είναι αρκετά κοπιαστική. Τέλος πάντων, ακόµα και τώρα που δεν είµαστε µαζί, ξέρω ότι εσύ θα ανησυχούσες αν τρώω αρκετά. Πάντα ανησυχούσες. Χάρη στη µικρή εκδικητική ενέργεια της Μέρι Γούλφορντ, απόψε έφαγα καλά. Αλλά δεν ήταν πάντα τόσο ανώδυνα τα καµώµατα των γειτό­ νων µας. Τότε που πέταξαν γαλόνια κόκκινη λαδοµπογιά σε όλη την µπρο­ στινή βεράντα, παραδείγµατος χάρη, όταν ακόµη έµενα στο νεο­ πλουτίστικο ράντσο µας ( ράντσο ήταν, Φράνκλιν, σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει να το ακούς) στην Παλισέιντς Παρέιντ. Έλουσαν όλα τα µπροστινά παράθυρα, την εξώπορτα. Ήρθαν τη νύχτα και όταν ξύ­ πνησα το άλλο πρωί η µπογιά είχε σχεδόν στεγνώσει. Είχα πιστέψει τότε, περίπου ένα µήνα µετά το –πώς να τη λέω τελικά εκείνη την Πέµπτη;– ότι ήταν αδύνατον να τροµοκρατηθώ ή να πονέσω πε­ ρισσότερο. Υποθέτω ότι είναι συνηθισµένη αντίδραση, να νοµίζεις

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=