Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν

[ 19 ] ψηφίσω. Απλώς το ξέχασα. Όλα γύρωµου µοιάζουν σαν να συµβαί­ νουν πολύ µακριά. Όσο για τη χώρα, αντί να προτάσσει ένα σταθε­ ρό αντιστάθµισµα στην προσωπική µου διάλυση, φαίνεται να έχει προσχωρήσει αυτή στον δικό µου σουρεαλιστικό κόσµο. Οι ψήφοι καταµετρήθηκαν. Αλλά, σαν σε διήγηµα του Κάφκα, κανένας δεν είναι σε θέση να πει ποιος νίκησε. Κι έχω κι αυτά τα δώδεκα αυγά – ό,τι απέµεινε τέλος πάντων. Άδειασα τα πενιχρά υπολείµµατα σε ένα µπολ και ψάρεψα από το ζουµί τα σπασµένα τσόφλια. Αν ήσουν τώρα εδώ θα τα έκανα χτυ­ πητά, θα έφτιαχνα για τους δυο µας µια νόστιµη φριτάτα , µε λεπτές φέτες πατάτα, κόλιαντρο και ένα κουταλάκι ζάχαρη, που είναι το µεγάλο µυστικό της συνταγής. Μόνη µου, θα τα ρίξω απλώς στο τηγάνι, θα τα ανακατέψω µε το πιρούνι, θα τα ανασηκώσω άκεφα µια δυο φορές και τέρµα. Θα τα φάω όµως, παρ’ όλα αυτά. Αυτή η ενέργεια της Μέρι είχε κάτι που, µε έναν πρωτόγονο, ακατέργαστο τρόπο, βρίσκω µάλλον καλαίσθητο. Το φαγητό µε απωθούσε στην αρχή. Σε µια επίσκεψη στη µητέρα µου στο Ρέισιν, λίγο έλειψε να κάνωεµετό µόνο που είδα τα ντολµα­ δάκια της, κι ας είχε φάει όλη τη µέρα να ζεµατίζει αµπελόφυλλα και να τυλίγει τη γέµιση από αρνίσιο κιµά και ρύζι σε µικρά, όµορ­ φα πακετάκια. Της είπα να µου τα κρατήσει στην κατάψυξη. Στο Μανχάταν, όταν περνούσα βιαστική έξω από το ντελικατέσεν της 57ης οδού καθοδόν προς το δικηγορικό γραφείο του Χάρβεϊ, η πι­ περάτη µυρωδιά του παστουρµά µού γύριζε το στοµάχι. Αλλά η απέχθεια µου πέρασε, δυστυχώς. Όταν, ύστερα από τέσσερις πέ­ ντε µήνες, άρχισα να αισθάνοµαι πείνα –λαιµαργία, για την ακρί­ βεια–, το ότι είχα όρεξη µου φάνηκε σαν απρέπεια. Έτσι, συνέχισα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=