Καθεδρικός ναός
[ 20 ] ΡΕ ΪΜΟΝΤ ΚΑΡΒΕΡ «Βρε πανάθεμα» είπα. Καθόμουν με τα χέρια στο τιμόνι και κοιτούσα αυτό το πράγμα. «Απίστευτο» είπε η Φραν. «Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο πράγμα ζω ντανό». Ξέραμε και οι δύο πως ήταν παγόνι, αλλά δεν ξεστομίσαμε αυτή τη λέξη. Απλώς το παρατηρούσαμε. Το πουλί ανασήκωσε το κεφά λι του κι έβγαλε ξανά αυτή τη στριγκιά κραυγή. Είχε ανοίξει διά πλατα τα φτερά του κι έδειχνε δυο φορές το μέγεθος που είχε όταν προσγειώθηκε μπροστά μας. «Πανάθεμα» είπα ξανά. Μέναμε ακίνητοι στις θέσεις μας. Το πουλί έκανε ένα βήμα μπροστά. Έπειτα γύρισε το κεφάλι του στο πλάι και πήρε θέση. Είχε το λαμπερό άγριο βλέμμα του καρφωμένο πάνω μας. Είχε ορθώσει την ουρά του κι ήταν σαν να ανοιγόκλεινε μια πελώρια βεντάλια. Όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου έλαμπαν σ’ αυτή την ουρά. «Θεέ μου» είπε σιγανά η Φραν. Έβαλε το χέρι της στο γόνατό μου. «Πανάθεμα» είπα εγώ. Δεν ήξερα τι άλλο να πω. Το πουλί έβγαλε ξανά αυτόν τον αλλόκοτο θρήνο. « Μέι-όου, μέι- όου! » έσκουζε. Αν άκουγα αυτόν τον ήχο αργά τη νύχτα και πρώτη φορά στη ζωή μου, θα έλεγα πως ήταν οιμωγή ετοιμοθανάτου, ή κάτι άγριο και επικίνδυνο.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=