Κάρολ

Κ Α Ρ Ο Λ 27 «Σου αρέσει, ε;» ρώτησε η κυρία Ρόμπιτσεκ, με μεγαλύτερη βε- βαιότητα. «Nαι» είπε η Tερίζ κατηγορηματικά και το παραδέχτηκε. Δεν μπορούσε να ανοίξει τη θηλιά από την κόπιτσα στο πίσω μέρος του κολάρου. Χρειαζόταν τη βοήθεια της κυρίας Ρόμπιτσεκ και εκείνη άλλο που δεν ήθελε. Η Tερίζ ένιωσε λες και την στραγγαλίζανε. Τι έκανε εδώ πέρα; Πώς βρέθηκε να φοράει αυτό το φόρεμα; Ξαφνικά η κυρία Ρόμπιτσεκ και το διαμέρισμά της ήταν σαν ένα τρομακτικό όνειρο, που μόλις είχε συνειδητοποιήσει ότι έβλεπε. Η κυρία Ρόμπιτσεκ ήταν ο καμπούρης φύλακας του μπουντρουμιού. Κι αυτή την είχαν φέρει εδώ για να τη βασανίσουν. «Τι έπαθες; Σε τσίμπησε καμιά καρφίτσα;» Η Tερίζ άνοιξε το στόμα της να μιλήσει, αλλά το μυαλό της ήταν αλλού. Το μυαλό της ήταν σε ένα μακρινό σημείο, σε μια μακρινή δίνη που άνοιγε μέσα στο θαμπό, εφιαλτικό δωμάτιο, όπου οι δυο τους ήταν σαν να στέκονταν αντιμέτωπες σε μια σύγκρουση μέχρις εσχάτων. Και στο σημείο της δίνης όπου βρισκόταν το μυαλό της, ήξερε ότι ήταν η απόγνωση που την τρόμαζε και τίποτε άλλο. Ήταν η απόγνωση για το αρρωστημένο σώμα της κυρίας Ρόμπιτσεκ και για τη δουλειά της στο κατάστημα, η απόγνωση για τον μπόγο με τα φορέματα μέσα στο μπαούλο, η απόγνωση για την ασχήμια της, η απόγνωση που συνέθετε το τέλος της ζωής της. Και η απόγνωση για τον εαυτό της, για το άτο- μο που θα ήθελε να είναι και για τα πράγματα που το άτομο αυτό θα ήθελε να κάνει. Μήπως όλη η προηγούμενη ζωή της δεν ήταν παρά ένα όνειρο και όλα αυτά τώρα ήταν αληθινά; O τρόμος που της προκαλού- σε αυτή η απόγνωση ήταν που την έκανε να θέλει να παρατήσει το φόρεμα και να το σκάσει προτού να είναι πολύ αργά, προτού την αλυσοδέσουν και σφραγίσουν την πόρτα. Ίσως να ήταν ήδη πολύ αργά. Η Tερίζ, σαν σε εφιάλτη, στεκόταν όρθια μέσα στο δωμάτιο, φορώντας μόνο το λευκό της μεσοφόρι, τρέ- μοντας, ανίκανη να κινηθεί.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=