Κάρολ

P A T R I C I A H I G H S M I T H 22 στα ντόνατ. Όταν έφτασε δίπλα της, είπε «Γεια σας» με κομ- μένη ανάσα και γύρισε προς τον πάγκο, λες και ο μόνος λόγος που είχε πάει ως εκεί ήταν για να πάρει έναν καφέ. «Γεια» είπε η κυρία Ρόμπιτσεκ, τόσο αδιάφορα που για την Tερίζ ήταν φοβερό στραπάτσο. Η Tερίζ δεν τόλμησε να την ξανακοιτάξει, παρόλο που οι πλάτες τους ακουμπούσαν! Η Tερίζ είχε μισοπιεί τον καφέ της όταν η κυρία Ρόμπιτσεκ είπε βαριεστημένα: «Φεύγω. Πάω να πάρω το μετρό. Άμα βγούμε ποτέ αποδώ μέσα». Η φωνή της ήταν άτονη, διαφορετική από εκείνη τη μέρα στο κυλικείο. Τώ- ρα έμοιαζε με την καμπουριασμένη γριά που η Tερίζ είχε δει να σέρνεται στις σκάλες. «Θα βγούμε» είπε η Tερίζ καθησυχαστικά. Η Tερίζ άνοιξε δρόμο για τις δυο τους να φτάσουν στην πόρτα, να βγούνε έξω. Έπαιρνε κι αυτή το τρένο. Μαζί χώθη- καν μέσα στο αργοκίνητο μπουλούκι στην είσοδο του μετρό, και σιγά σιγά, μοιραία, παρασύρθηκαν προς τα κάτω, στις σκάλες, σαν σκουπίδια που επιπλέουν στον υπόνομο. Είδαν πως κατέβαιναν και οι δύο στην ίδια στάση, στη λεωφόρο Λέξινγκτον, παρόλο που η κυρία Ρόμπιτσεκ έμενε στην Πεντη- κοστή πέμπτη οδό, τον πρώτο δρόμο ανατολικά της Τρίτης λεωφόρου. Μπήκαν μαζί στο φαστφουντάδικο, απ’ όπου η κυρία Ρόμπιτσεκ θα αγόραζε κάτι για το βραδινό της. Θα μπορούσε βέβαια και η Tερίζ να αγοράσει κάτι, αλλά για κά- ποιον λόγο δίσταζε μπροστά της. «Έχεις φαγητό στο σπίτι;» «Όχι, θα πάρω κάτι αργότερα». «Γιατί δεν έρχεσαι να φάμε μαζί; Μόνη μου μένω. Τι λες;» Η κυρία Ρόμπιτσεκ τελείωσε με ένα σήκωμα των ώμων, λες και γι’ αυτό χρειαζόταν λιγότερος κόπος απ’ ό,τι για ένα χαμόγελο. Η διάθεσή της να αρνηθεί ευγενικά κράτησε μόνο μια στιγ-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=