Κάρολ

P A T R I C I A H I G H S M I T H 18 περίτεχνο τρενάκι όπως εκείνο που έτρεχε στο πάτωμα, στο πίσω μέρος του τμήματος με τα παιχνίδια, αλλά υπήρχε κάτι φουριόζικο στα μικρούλικα πιστόνια του που πήγαιναν πάνω κάτω· κάτι που τα μεγαλύτερα τρενάκια δεν το είχαν. Η μανία και τα κουνήματά του στην κλειστή οβάλ διαδρομή του τη μάγευαν. Άουρρρρρ! έκανε καθώς ορμούσε στα τυφλά μέσα στο τού- νελ από παπιέ μασέ. Και Oυίρρρρρρ! καθώς ξεπρόβαλλε. Το τρενάκι ήταν πάντα σε κίνηση, και όταν έβγαινε από το ασανσέρ το πρωί και όταν σχολούσε το βράδυ. Σκεφτόταν πως το τρενάκι θα καταριόταν το χέρι που το έβαζε μπροστά κάθε μέρα. Στον κραδασμό της μύτης του στις στροφές, στις άγριες εφορμήσεις του στις ευθείες της ράγας, η Tερίζ έβλεπε μια φρενήρη και μάταιη καταδίωξη ενός τυραννικού αφέντη. Έσερ- νε πίσω του τρεις κλινάμαξες, όπου μικροσκοπικά ανθρωπάκια έδειχναν τα σκληρά προφίλ τους στα παράθυρα, και πίσω απ’ αυτές ακολουθούσαν: ένα ανοιχτό βαγόνι με σανίδες-μινιατού- ρες από πραγματικό ξύλο, ένα βαγόνι με ψεύτικο κάρβουνο και ένα μικρό όχημα στο πίσω μέρος της αμαξοστοιχίας, που χτύ- παγε στις στροφές και κολλούσε στο τρένο που έτρεχε μπροστά, σαν παιδί πίσω από τα φουστάνια της μάνας του. Το τρενάκι ήταν λες και είχε τρελαθεί από τον εγκλεισμό, κάτι ήδη νεκρό που δεν θα εξαντλούνταν ποτέ, σαν τις μικροκαμωμένες αλε- πούδες με τα ελαφριά πόδια στον ζωολογικό κήπο του Σέντραλ Παρκ, που κάνουν ξανά και ξανά τις ίδιες περίπλοκες κινήσεις καθώς στριφογυρίζουν στα κλουβιά τους. Εκείνο το πρωί, η Tερίζ άφησε γρήγορα πίσω της το τρενάκι και προχώρησε προς το τμήμα με τις κούκλες, όπου εργαζόταν. Στις εννιά και πέντε, το μεγάλο τετράγωνο τμήμα των παι- χνιδιών ζωντάνευε. Τραβούσαν τα πράσινα πανιά που σκέπαζαν τους μακρόστενους πάγκους. Μηχανικά παιχνίδια άρχιζαν να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=