Κάποτε υπήρχαν λύκοι

C H A R L O T T E M C C O N A G H Y 16 κρατήσουμεφυλακισμένα, μέχρι οι καρδιές τους ναπάψουν να χτυπάνε. Εγώ, όμως, δεν το ανέχομαι. Κι έτσι, τέσσερις από μας –τρεις βιολόγοι και μία κτηνίατρος– με το φεγγα- ρόφωτο για οδηγό χωθήκαμε κρυφά σ’ ένα δάσος μαζί με το πολύτιμο φορτίο μας. Βουβοί κι αθέατοι. Χωρίς άδεια. Όπως έπρεπε να έχει γίνει εξαρχής. Δεν έχει πια δρόμο για να περάσει το φορτηγό κι έτσι το πάμε με τα πόδια. Σηκώνουμε πρώτα το κλουβί της νούμε- ρο Έξι, ο Νιλς κι εγώ πιάνουμε από μια πίσω γωνία ο καθέ- νας, ενώο γεροδεμένος Ίβαν κουβαλάει μόνος του το μπρο- στινό μέρος. Η Αμέλια, η κτηνίατρός μας και η μοναδική ντόπια ανάμεσά μας, θα μείνει εδώ με τα άλλα δυο κλουβιά για ναφυλάει τσίλιες. Το μαντρί απέχει λίγο πάνωαπό οχτα- κόσια μέτρα και το χιόνι είναι βαθύ. Ο μοναδικός ήχος που βγάζει η Έξι είναι ένα απαλό λαχάνιασμα που προδίδει την αγωνία της. Ένα παγοβούτι κράζει, με τη χαρακτηριστική κι υπέρο- χη φωνή του. Αναρωτιέμαι αν την κεντρίζει αυτή η μοναχική κραυγή μέσα στη νύχτα, αν αναγνωρίζει την ίδια αρχέγονη κραυγή που βγάζει και η ίδια. Αν ναι, τότε δεν απαντάει με κάποιον τρόπο που να μπορώ να ερμηνεύσω. Μου φαίνεται αιώνας ώσπου να φτάσουμε στο μαντρί, αλλά διακρίνω εντέλει το συρματόπλεγμα που το περιφράσ- σει. Ακουμπάμε το κλουβί της Έξι μέσα από την καγκελό- πορτα και γυρίζουμε για να φέρουμε και τα άλλα δυο ζώα. Δεν μ’ αρέσει που την αφήνω αφύλαχτη, ελάχιστοι όμως γνωρίζουνπούέχουντοποθετηθείαυτάταμαντριάστοδάσος.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=