Καλό μου παιδί
R O M Y H A U S M A N N 16 Η μαμά πρώτα ούρλιαξε – και έπειτα ήρθε ο κρότος. Αν η καρδιά της σταματήσει τώρα να κάνει μπιπ, αυτοί θα είναι οι τελευταίοι ήχοι που θα με συνδέουν με τη μητέρα μου: μια κραυ- γή και ένας κρότος. Δεν θα μου έχει πει ούτε καν μια καληνύχτα. Ξάφνου, το ασθενοφόρο αναπηδάει ελαφρά και σταματάει. «Φτάσαμε» λέει ο άντρας. Εννοεί στο νοσοκομείο. Το νοσοκομείο είναι ένα κτίριο όπου οι άνθρωποι λαμβάνουν ιατρική φροντίδα σε περίπτωση ασθενείας ή τραυματισμού. «Άντε, κοριτσάκι, έλα» μου λέει ο άντρας. Τα πόδια μου κινούνται μηχανικά, τόσο γρήγορα που ξεχνάω να μετρήσω τα βήματά μου. Ακολουθώ τους άντρες, που σπρώ- χνουν με θόρυβο το μεταλλικό φορείο μέσα από μια μεγάλη γυάλινη πόρτα, κάτω από μια εκτυφλωτικά φωτεινή πινακίδα που γράφει «Επείγοντα Περιστατικά». Μπαίνουμε σ’ έναν μα- κρύ διάδρομο και, ως διά μαγείας, εμφανίζονται από παντού νοσηλευτές, που τρέχουν προς το μέρος μας για να βοηθήσουν · μιλάνε όλοι μαζί, ταραγμένοι. Όταν φτάνουμε σε μιαν άλλη πόρτα στο βάθος του διαδρόμου, ένας χοντρός κύριος με πράσινη ποδιά μού λέει: «Εσύ δεν επιτρέ- πεται να μπεις μαζί μας εδώ μέσα» και με σπρώχνει στην άκρη. «Θα στείλουμε κάποιον να σε προσέχει». Δείχνει με το δάχτυλο μια σειρά καθίσματα στον τοίχο. «Μέχρι τότε, κάθισε εκεί». Κάνω να μιλήσω, μα οι λέξεις δεν βγαίνουν από το στόμα μου· έτσι κι αλλιώς, όμως, ο κύριος έχει ήδη γυρίσει από την άλλη κι έχει χαθεί πίσω από την πόρτα, μαζί με τους υπόλοιπους νοσηλευτές. Μετράω τις καρέκλες στον τοίχο – επτά. Ο χοντρός κύριος με την πράσινη ποδιά δεν μου είπε σε ποια απ’ όλες να καθίσω. Μασάω ασυναίσθητα το νύχι του αντίχειρά μου. Συ- γκεντρώσου, Άννα. Είσαι μεγάλο κορίτσι πια. * * *
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=