Κάλμαν

J O A C H I M B . S C H M I D T 12 Πάντοτε, όταν παρουσιαζόταν κάποιο πρόβλη- μα, γέμιζε την πίπα του και, μόλις μας τύλιγε σαν ομίχλη ο γλυκός καπνός, ταπράγματα δεν έμοιαζαν πια τόσο άσχημα. Ίσως ο παππούς να είχε αποφα- σίσει να μην το πει σε κανέναν. Ίσως να πήγαινε σπίτι και να μην το σκεφτόταν ποτέ ξανά. Γιατί το χιόνι είναι χιόνι και το αίμα είναι αίμα. Και όταν κάποιος εξαφανίζεται χωρίς νααφήσει ίχνη, τοπρό- βλημα είναι κατά βάση δικό του. Πλάι στην είσοδο του μικρού σπιτιού μας ο παππούς θα είχε χτυπήσει την πίπα του στη σόλα του παπουτσιού του για να αδειάσει, τα πυρωμένα υπολείμματα του καπνού θα έσβηναν στο χιόνι κι έτσι θα τελείωνε η υπόθεση. Μα εγώ ήμουν ολομόναχος εκεί πάνω, ο παπ- πούς βρισκόταν εκατόν τριάντα χιλιόμετρα μακριά και από καιρό δεν μπορούσε πια να διασχίσει με τα πόδια τη χιονισμένη και έρημηπεδιάδα τηςΜελρα- κασλέτα. Επομένως, δεν υπήρχε ούτε καπνός από την πίπα και, επειδή χιόνιζε και όλα –εκτός από την κόκκινη λακκούβα με το αίμα– ήταν λευκά και δεν ακουγόταν απολύτως τίποτα μέσα στην ησυχία, ένιωσα πως ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος σε ολό- κληρο τον κόσμο. Κι όταν είσαι ο τελευταίος άνθρω- πος σε ολόκληρο τον κόσμο, χαίρεσαι άμα μπορείς να το πεις σε κάποιον. Γι’ αυτό κι εγώ το είπα σε κάποιον και τότε άρχισαν τα προβλήματα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=