Καιρός του σιγάν - Στη σιωπή των μοναστηριών Βόρεια Γαλλία - Καππαδοκία
Κ Α Ι Ρ Ο Σ Τ Ο Υ Σ Ι Γ Α Ν 32 να χωράει τα συνηθισμένα τους άμφια, τόσο που μέσα του έμοιαζε πιο πολύ να γλιστράνε παρά να βαδίζουν. Τα χέρια τους ήταν ενωμένα, αόρατα, σαν αυτά των μανδαρίνων, μέ- σα στις πτυχές των μανικιών τους, και τα σκυμμένα πρόσω- πά τους, βαθιά μέσα στη σπηλιά της μυτερής τους κουκού- λας, ήταν σχεδόν ολότελα κρυμμένα. Τι υπέροχο ρούχο για να ’σαι ανώνυμος! Ήταν φτυστοί οι μοχθηροί μοναχοί στον Ιταλό της Αν Ράντκλιφ και οι κακούργοι της προτεσταντικής αντιπαπικής λογοτεχνίας. Εντούτοις, δεν έδειχναν τόσο απει- λητικοί, όσο απελπιστικά θλιμμένοι. Μόνο στην τράπεζα και την εκκλησία μπόρεσα να δω τα πρόσωπά τους · και, καθώς καθόμουν στον εσπερινό παρακολουθώντας τους, πότε κου- κουλωμένους, πότε ασκεπείς, ανάλογα με την πορεία της λειτουργίας, έδειχναν αφύσικα χλωμοί, κάποιοι πράσινοι σχεδόν. Τα οστά στο πρόσωπό τους ήταν σχεδόν πάντα κοντά στην επιφάνεια. Όμως, αν κι ένα βαθύ κοίλωμα τόνιζε συχνά τη σκιά κάτω απ’ το ζυγωματικό, το πρόσωπό τους ήταν ου- σιαστικά αρυτίδωτο, κι αυτή η καταβεβλημένη όψη χωρίς ζάρες ήταν ό,τι ξεχώριζε το δικό τους πρόσωπο από οποιο- δήποτε άλλο. Πόσο διαφορετικό ήταν, σκέφτηκα, από τα άγρια, τριχωτά πρόσωπα ληστών που είχαν οι έλληνες καλό- γεροι στον Άθω και τα Μετέωρα, που τα μάτια τους σιγοκαί- νε κι αστράφτουν και λαμπυρίζουν κάτω από κούτελα που είναι πάντοτε δεμένα σε κόμπους οργής ή γέλιου ή συγκέ- ντρωσης, ή χαλαρωμένα ξάφνου με μειλίχια, ολύμπια καλο- σύνη. Είχα συχνά στο μυαλό μου το χάσμα ανάμεσα στους κοινοβιάτες της Ρώμης κι αυτούς του Βυζαντίου. Μια κου-
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=