Καιρός του σιγάν - Στη σιωπή των μοναστηριών Βόρεια Γαλλία - Καππαδοκία

Τ Ο Α Β Α Ε I Ο Τ Ο Υ Σ Ε Ν Β Α Ν Τ Ρ I Λ Ν Τ Ε Φ Ο Ν Τ Α Ν E Λ 29 κι ένα πλήθος μοναχών με ποδιά σερβίριζαν στα τραπέζια, βάζοντας μπροστά μας σουπιέρες με λαχανόσουπα και ρίχνο- ντας στο πιάτο μας δύο βραστά αυγά, που τα ακολούθησαν πατάτες με φακές, σαλάτα με αντίδια και τελικά στρογγυλό καμαμπέρ μαζί με έξοχο ψωμί από τ’ αρτοποιείο του αβαείου. Πού και πού κάποιος μοναχός άφηνε τη θέση του και γονά- τιζε για μερικά λεπτά μπροστά στο τραπέζι του αβά. Με ένα σήμα απ’ αυτόν, σηκωνόταν, έκανε βαθιά υπόκλιση κι απο- συρόταν… Εμπνευσμένος ίσως από βικτοριανές χρωμολιθο- γραφίες που εικόνιζαν τον μοναστικό βίο, περίμενα να ρέει άφθονο το κόκκινο κρασί. Όμως οι μεταλλικές κανάτες στο τραπέζι μας, αλίμονο, είχαν μόνο νερό. Η απαγγελία είχε αλλάξει τώρα από λατινικά σε γαλλικά, εκφωνούμενη με την ίδια πένθιμη και για μένα εν πολλοίς ακατανόητη, μονότονη φωνή. Μερικά κύρια ονόματα ξεχώ- ριζαν –Λουδοβίκος Φίλιππος, Ντιπανλού, Λακορντέρ, Γκιζό, Θιέρσος, Γαμβέτας, Μονταλεμπέρ– και ήταν φανερό πως ακούγαμε ένα κεφάλαιο της γαλλικής ιστορίας του δέκατου ένατου αιώνα. Αυτός ο αφύσικος τρόπος εκφώνησης ενός θύραθεν κειμένου ηχούσε στην αρχή παράλογος και παράξε- να φαρισαϊκός, όμως ανακάλυψα ότι ο αρχικός του στόχος ήταν να ανακόπτει τη μελοδραματική ματαιοδοξία και ταυ- τόχρονα να ελαχιστοποιεί τις δυσκολίες του αμόρφωτου ανα- γνώστη την εποχή του αγίου Βενέδικτου. Σε όλη τη διάρκεια του γεύματος, δεν ειπώθηκε άλλη κουβέντα. Τα τραπέζια καθαρίστηκαν και οι μοναχοί, με τα μάτια χαμηλωμένα, κά- θισαν με πλεγμένα τα δάχτυλα κάτω από τα σκαπουλάριά

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=