Ίχνη στο χιόνι

IXNH ΣΤΟ ΧΙΟΝΙ 15 πέταξε από το ένα κλαδί στο άλλο χάθηκε πίσω από τις φυλλωσιές. Έξυσε την ουλή στο σαγόνι,σημάδι από εκείνη τη μέρα όταν βάλθηκε να κυνηγά τον αετό που είχε αρπάξει ένα αρνί από το κοπάδι του μπαρμπα-Μανώλη. Πήγαινε και βοηθούσε πότε πότε τον γέροντα κι αυτός ως αντάλλαγμα τους έδινε γάλα. Τα δικά τους ζώα τα είχαν κλέψει. Από τότε που ο πατέρας πήρε τα βουνά τίποτα δεν είχε μείνει όρθιο. Στο μαντρί του κρυβόταν ο πατέρας του είκοσι μέ­ ρες τώρα για να μην τον βρουν. Τα δέντρα τον περικύκλωναν, σιωπηλοί συνοδοιπόροι, ανάμεσα σ’ εκείνον και τον κόσμο που υπήρχε πριν από αυτόν και θα συνέχιζε να υπάρχει ακόμα κι όταν αυτός δεν θα ήταν πια εδώ. Άκουσε βήματα και όπως ανασηκώθηκε αντίκρισε τον πατέρα του να πλησιάζει. «Τι κάνεις εκεί πάνω, γιαβρί μου;» Το αγόρι ντράπηκε και πήδηξε κάτω μ’ ένα άλμα. Ο Γιώργος κάθισε στην πεζούλα και το πρόσταξε να πλησιάσει. «Τι σου ’δωσε η μάνα σου να με φιλέψεις;» ρώτησε. «Ψωμί και γάλα.Να, εδώ τα ’χω». «Να της πεις να ’ρθει κατά δω μόλις νυχτώσει. Έχω μέ­ ρες να τη δω».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=