Ο κύριος Πολύβιος Μπριζολόπουλος, ιδιοκτήτης της κτηνοτροφικής μονάδας «Θεσπέσια Εδέσματα», έκλεισε το τηλέφωνο σαστισμένος. «Μη χειρότερα» μονολόγησε, χαϊδεύοντας το μουστάκι του, που ήταν λεπτό και μακρύ σαν λουκάνικο Φρανκφούρτης. «Είναι δυνατόν να θέλουν ένα γουρούνι αλλά όχι για να το φάνε; Και τι θα το κάνουν; Θα του βάλουν λουρί και θα το πηγαίνουν βόλτα στο πάρκο; Ή μήπως θα κοιμάται στο σαλόνι τους; Χα χα χα! Έχουν τρελαθεί πια οι άνθρωποι…» Κι όμως, κάτι στη φωνή αυτής της γυναίκας τον είχε κάνει να τη συμπαθήσει, αν και δεν την είχε δει ποτέ. Θα ερχόταν αύριο με μια φίλη της, του είχε πει. Θα τους το έδινε. Ναι, θα τους το έδινε. Αυτή δεν ήταν η δουλειά του, άλλωστε, να πουλάει ζώα; Υπήρχε στο χοιροστάσιο μια γουρουνίτσα που είχε γεννήσει πριν από μερικές εβδομάδες. Ένα από τα μωρά της θα έπαιρναν, κι ας το έκαναν ό,τι ήθελαν. Τι τον ένοιαζε;
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=