Ιστορίες καθημερινής τρέλας

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΤΡΕΛΑΣ 19 «ΕΣΥ να βρεις δουλειά! Πόσα χρόνια το ακούω αυτό; Το μόνο που ξέρεις να κάνεις είναι να γαμιέσαι, τίποτ’ άλλο, και να ξαπλώνεις διαβάζοντας περιοδικά και τρώγοντας σοκολατάκια». «Ω Θεέ μου, όχι βέβαια – Σ’ ΑΓΑΠΑΩ, Ντιουκ, σ’ αγα­ πάω πραγματικά». Τότε εκείνος είχε κουραστεί πια. «Εντάξει, ωραία. Του­ λάχιστον τακτοποίησε τα ψώνια. Και μαγείρεψέ μου κάτι προτού φύγω». Ο Ντιουκ ξανάβαλε το όπλο στην ντουλάπα. Κάθισε κι άναψε ένα τσιγάρο. «Ντιουκ» τον ρώτησε η Λάλα «θέλεις να σε φωνάζω Ντιουκ ή μπαμπά;». «Όπως σου αρέσει, γλυκιά μου, όπως θέλεις». «Γιατί η καρύδα έχει μαλλιά απέξω;» «Ω Χριστέ μου, πού να ξέρω. Γιατί έχουν τρίχες τ’ αρχί­ δια μου;» ΗΜαγκ βγήκε από την κουζίνα κρατώντας μια κονσέρ­ βα με αρακά στο ένα της χέρι. «Δε θέλω να μιλάς έτσι στο παιδί μου». «Στο παιδί σου ; Την είδες τη στοματάρα της; Είναι ίδια με τη δική μου. Τα είδες τα μάτια της; Το βλέμμα της; Είναι ίδια με τα δικά μου. Δικό σου παιδί – μόνο και μόνο επειδή το γέννησες και το θήλασες. Δεν είναι κανενός παιδί. Είναι το παιδί του εαυτού της». «Θα το ξαναπώ » είπε η Μαγκ «δεν θέλω να μιλάς έτσι μπροστά στο παιδί!». «Θα το ξαναπείς… θα το ξαναπείς…»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=