Ιστορία της ανάγνωσης στον δυτικό κόσμο

Όπως κι αν ήταν, στη διάρκεια του δεύτερου μισού του 5 ου π.Χ. αιώνα είχαν ανεβάσει επί σκηνής το ιωνικό αλφάβητο στο θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα. Αξιοσημείωτο πράγματι γεγονός. Την ίδια εποχή τα γράμματα αρχίζουν να μιλούν σε ευρεία κλίμακα στο έργο του Ηροδότου, φίλου του Σοφοκλή, φαινόμενο που μαρτυρεί με έμμεσο τρόπο την ύπαρξη της πρακτικής της σιωπηλής ανάγνωσης (και, θα πρόσθετα εγώ, και της σιωπηλής γραφής). Με ακριβώς αντίθετη φορά προς εκείνη της επιγραφής του Άνδρωνος, που προη- γήθηκε κατά έναν περίπου αιώνα, η Γραμματική θεωρία εμφανίζει αυτό που κανονικά κρύβεται στο θέατρο, δηλαδή το γραπτό κείμενο. Συνεπώς ο «μέγας απών» του θεάτρου κάνει επιτέλους την εμφάνισή του επί σκηνής. Ήδη ο τίτλος του επιμένει σε αυτό: θεωρία , λέξη που παράγεται –όπως και το θέατρον – από το θεάομαι-ώμαι (κοιτάζω, ατενίζω), ση- μαίνει επακριβώς θέαμα για τα μάτια. Θα δούμε λοιπόν τα γράμματα στο θέατρο και δεν θα ακούσουμε απλώς τη «φωνητική γραφή» από το στόμα των ηθοποιών. Τα γράμματα του αλφάβητου θα προσφερθούν στο βλέμμα και δεν θα εγγραφούν απλώς στη μνήμη των ηθοποιών. Όλη η σκηνή θα κάνει τους πάντες να δουν ότι αποτελεί κατά βάθος ένα χώρο γραφής, ένα χώρο γραφής ικανό να «αποκριθεί» – ικανό να ειπωθεί, να διαβαστεί και να ερμηνευτεί μεγαλόφωνα. Η ιδέα μιας τέτοιας δραματικής αναπαράστασης δεν μπορούσε να γεννηθεί παρά στο μυαλό ενός ανθρώπου για τον οποίο τα γράμματα είναι ήδη αυτόνομα και που η ηχηρή εκ- φορά τους δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την κατανόησή τους. Στο μυαλό δη- λαδή ενός ανθρώπου για τον οποίο τα γράμματα έχουν αποβεί «καθαρές» αναπαραστά- σεις μιας φωνής (που έχει πραγματικά μεταγραφεί ή είναι πλασματική, όπως στην περί- πτωση της σιωπηλής γραφής) και για τον οποίο η αρχική σκοπιμότητά τους –που σημαίνει την παραγωγή κλέους, ηχηρής φήμης– δεν είναι πλέον το μόνο. Στο μυαλό, κοντολογίς, του οποίου η σιωπηλή ανάγνωση είναι κάτι ιδιαίτερα οικείο. Ένα τέτοιο συμπέρασμα εί- ναι, ωστόσο, ανακριβές καθόσον υποδηλώνει ότι η σιωπηλή ανάγνωση είχε τελικά θριαμ- βεύσει στον αρχαιοελληνικό κόσμο. Στην πραγματικότητα είχε παραμείνει περιθωριακό φαινόμενο και την εφάρμοζαν οι επαγγελματίες του γραπτού λόγου, οι βυθισμένοι σε εκτε- νέστατες αναγνώσεις που ευνοούσαν την εσωτερίκευση της αναγνώστριας φωνής. Για τον μέσο αναγνώστη ο κανονικός τρόπος διαβάσματος παρέμενε η μεγαλόφωνη ανάγνωση, σαν να ήταν αδύνατο να απαλειφθεί η πρωταρχική αιτία της ελληνικής γραφής: η παραγω- γή ήχου και όχι η αναπαράστασή του. Η φωνή δεν θα εγκαταλείψει ποτέ τον αρχαιοελληνικό κόσμο. Λόγοι γενικότερης παιδείας συνέβαλαν ώστε η βασιλεία της να μην απειληθεί ποτέ σοβαρά. Γι’ αυτό η σιωπηλή ανάγνωση δεν ανέπτυξε το δικό της λεξιλόγιο παρά προσέ- φευγε απλώς στους ήδη υπάρχοντες όρους, όπως το αναγιγνώσκειν, που μπορεί στο εξής να παραπέμπει όχι μόνο στην ακουστική αναγνώριση του γραπτού κειμένου που διαβάζε- ται μεγαλόφωνα, αλλά και στην οπτική αναγνώριση της γραφικής σειράς των στοιχείων που «μιλάει» κατευθείαν στο μάτι. Επομένως, η σιωπηλή ανάγνωση των αρχαίων Ελλή- νων, εξαιτίας του καινοτόμου χαρακτήρα της, εξακολουθεί να καθορίζεται βαθιά από τη μεγαλόφωνη ανάγνωση, της οποίας διατηρεί κάτι σαν έναν απτόητο ενδότερο απόηχο. Μετάφραση : Ευγενία Τσελέντη ∏ ∞ƒ à ∞ ´ ∫∏ ∫ ∞ π ∫ §∞ ™ π ∫∏ ∂ §§∞¢∞ [ 81 ]

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=