Ιστορία της ανάγνωσης στον δυτικό κόσμο

του προβλήματος, σύμφωνα με τον Thomson, παρέχεται από ένα απόσπασμα από τον Τίμαιο , όπου λέγεται ότι «οι προφήται είναι σαφώς οι υποκριταί των αινιγματικών λόγων και σημείων, αλλά δεν είναι ουδόλως μάντεις [από αυτούς δηλαδή που προφέρουν τα λόγια τους ενώ βρίσκο- νται σε έκσταση]» 62 . Ο Thomson συμπεραίνει: το υποκριτής δηλώνει αρχικά το πρόσωπο στο οποίο οι άλλοι θέτουν ερωτήματα σχετικά με «αινιγματικούς λόγους και σημεία» – και που η ερμηνεία του θα αποτελέσει την απάντησή του. Αν αυτό το πρόσωπο τυχαίνει να είναι ο κορυ- φαίος του χορού, που εκτελεί μια τελετουργία της οποίας το νόημα διαφεύγει από όσους την παρακολουθούν, ο υποκριτής μπορεί να «αποκριθεί» στις ερωτήσεις «ερμηνεύοντας» αυτά που συμβαίνουν, λέγοντας για παράδειγμα: «Είμαι ο Διόνυσος και αυτές εδώ είναι οι κόρες των Ελευθερών που έπληξα με τρέλα». Και όταν αργότερα αρχίζει να δίνει «απαντήσεις-ερμηνείες» χωρίς να του τις ζητήσουν, παύει διαμιάς να είναι πλέον ένας υποκριτής με την αρχαία έννοια. Με την πράξη του αυτή μετατρέπεται σε ηθοποιό. Ο διαχωρισμός του σκηνικού χώρου (αυτόνο- μου στο εξής) και των θεατών (παθητικών στο εξής) έχει επιτελεστεί. Αυτό όμως ακριβώς το ρήμα υποκρίνεσθαι διαβάζει κανείς στο επίγραμμα του Άνδρωνος του Αντιφάνους, στο οποίο είναι η κατάλληλη στιγμή να επανέλθουμε. Έμμετρο επίγραμμα, σε αττική διάλεκτο, που βρέθηκε στην Αθήνα, ανήκε σε ένα χάλκινο αγαλματίδιο του τέλους του 6 ου π.Χ. αιώνα, απολεσθέν σήμερα: Πάσιν ισ’ ανθρώποις υποκρίνομαι όστις ερωτά Σε κάθε άνθρωπο που ερωτά αποκρίνομαι το ίδιο ―――――――――――――――――――――――――――――――――――――――――――― ως μ’ ανέθηκεν Άνδρων Αντιφάνους δεκάτην ότι με αφιέρωσε ο Άνδρων υιός του Αντιφάνους ως φόρον δεκάτης Κατά την εξέταση του επιγράμματος αυτού, είναι απαραίτητες ορισμένες παρατηρήσεις. Στα τέλη του 6 ου αιώνα, υπάρχει ήδη το θέατρο με τη θεσμοθετημένη μορφή του: οι τραγικοί αγώνες αρχίζουν το 534 π.Χ. και οι παραστάσεις τραγωδιών –πριν από τον Αισχύλο, με ένα μόνο ηθοποιό και με χορό– ανάγονται ενδεχομένως τριάντα χρόνια νωρίτερα 63 . Την εποχή που το αγαλματίδιο διακοσμείται με το επίγραμμά του, ο τραγικός ποιητής Θέσπις (ο ίδιος που επινόησε τους ηθοποιούς) βρίσκεται ήδη σε πλήρη δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, το ρήμα υποκρίνομαι έχει αναπόφευκτα μια έννοια πολύ πλουσιότερη απ’ ό,τι η μετάφρασή μου –«αποκρίνομαι»– αφήνει να υπονοηθεί. Στην αττική διάλεκτο το «αποκρίνομαι» δεν συμπίπτει ∏ ∞ƒ à ∞ ´ ∫∏ ∫ ∞ π ∫ §∞ ™ π ∫∏ ∂ §§∞¢∞ [ 73 ] 62. Πλάτων, Τίμαιος 72a-b. 63. A. Pickard-Cambridge, Dithyramb , Tragedy and Comedy , 2η έκδ., Οξφόρδη 1962, σ. 88.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=