Ιστορία της ανάγνωσης στον δυτικό κόσμο

( θεάσθαι ) καθώς αυτοί, μέσα στο τραγικό παιχνίδι τους, οδεύουν προς την ίδια την καταστρο- φή τους. Η ένταση που δημιουργεί αυτή η κατάσταση καθιστά την επί σκηνής δράση ακόμα πιο σαγηνευτική: το θεατρικό θέαμα προσφέρεται μέσα σε μια αυτονομία που το κοινό δεν πρέπει να διαταράξει, έτσι καθώς το επιβάλλει ο κανόνας του «παιχνιδιού» (της παιδιάς ) για την οποία μιλά ο Θέσπις, όταν υπερασπίζεται, στο αποκορύφωμα του 6 ου αιώνα, την καινοφα- νή τέχνη του ενάντια στην οργισμένη κριτική του Σόλωνα 58 . Το κοινό –που είναι ήδη και κοινό του Θέσπιδος– οφείλει να κοιτάζει και να ακούει. Πα- θητικά. Δεν είναι δουλειά των θεατών ούτε να παρεμβαίνουν στα επί σκηνής δρώμενα ούτε να διαβάζουν το κείμενο που, αν και απόν από τη σκηνή, ρυθμίζει ωστόσο όλη την επί σκηνής δράση. Το κείμενο, απομνημονευμένο από τους ηθοποιούς, δεν είναι ορατό τη στιγμή που εκ- φωνείται 59 . Το υποκαθιστούν οι ηθοποιοί, μεταφράζοντάς το μάλλον σε «φωνητική γραφή» –έκφραση που θα αποσαφηνιστεί παρακάτω– παρά σε μεγαλόφωνη ανάγνωση. Οι ηθοποιοί δεν το διαβάζουν αλλά παράγουν ένα φωνητικό του αντίγραφο. Κατ’ αυτό διακρίνονται από τον συνηθισμένο αναγνώστη που δανείζει τη φωνή του στο γραπτό κείμενο που έχει μπροστά του. Ο συνηθισμένος αναγνώστης, όταν διαβάζει, δεν υποτίθεται πως παράγει μια διαφορε- τική –μια φωνητική– γραφή, για τον απλό λόγο ότι η φωνή του γίνεται αντιληπτή ως η «φυ- σική» προέκταση του γραπτού κειμένου, η ολοκλήρωση ή το απαραίτητο συμπλήρωμά του. Δεν μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί αντίγραφό του. Η μεγαλόφωνη ανάγνωση γίνεται παρου- σία του γραπτού κειμένου, έτσι ώστε ο ακροατής δεν μπορεί να ξεγελαστεί ως προς τη σχέση συνάφειας της γραφής και της φωνής. Αντίθετα προς τις λέξεις που προφέρονται από τον ηθοποιό, οι λέξεις που αρθρώνει ο αναγνώστης δεν είναι λέξεις αποστηθισμένες (αν και κάθε αναγνώστης είναι ελεύθερος να απομνημονεύσει αυτά που διαβάζει). Αντίθετα, η απόσταση ανάμεσα στο θεατρικό κείμενο και τη διάδοση που του εξασφαλί- ζουν οι ηθοποιοί φαίνεται αρκετά σημαντική ώστε αυτή η διάδοση να αξίζει τον ακόμα προ- σωρινό χαρακτηρισμό της ως φωνητικής γραφής. Πριν από την παράσταση, οι ηθοποιοί έχουν ενδεχομένως διαβάσει το κείμενο για να το απομνημονεύσουν αλλά, στη διάρκεια του θεάματος, οι φωνές τους υποκαθιστούν το γραπτό κείμενο. Οι θεατές ακούν τη «φωνητική γραφή» των ηθοποιών. Και παρότι ο ηθοποιός δεν συγχέεται με τον αναγνώστη, η ακρόαση αυτής της φωνητικής γραφής δεν μετατρέπει ούτε τους θεατές σε παραδοσιακούς αναγνώ- στες. Ως θεατές, δεν καλούνται να ενεργοποιήσουν ή να επανενεργοποιήσουν το γραπτό κεί- μενο παρεμβάλλοντας τη φωνή τους, γιατί το γραπτό τούς μιλάει με πλήρη αυτονομία. Ακούν παθητικά μια γραφή. Μια φωνητική γραφή. Ο διαχωρισμός της σκηνής, από την οποία αυτή η φωνητική γραφή εκπέμπεται, και του κοινού που ακούει είναι πιθανόν αρκετά ξεκάθαρος ώστε να υποδηλώσει στους αρχαίους Έλληνες έναν αντίστοιχο διαχωρισμό του γραπτού κειμένου από τον αναγνώστη ή, ακόμα περισσότερο, για να τους αποκαλύψει τη δυνατότητα μιας νέας στάσης του αναγνώστη απέναντι στον γραπτό λόγο. Ο παραδοσιακός αναγνώστης, που έχει ανάγκη από τη φωνή του ∏ ∞ƒ à ∞ ´ ∫∏ ∫ ∞ π ∫ §∞ ™ π ∫∏ ∂ §§∞¢∞ [ 71 ] 58. Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι ( Βίος Σόλωνος ), 29. 59. Βλ. Ch. Segal, La Musique du Sphinx , Παρίσι 1987, σσ. 263-298.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=