Η ιστορία ενός έρωτα

Η Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α Ε Ν Ο Σ Ε Ρ Ω Τ Α 15 τί νομίζετε πως τα πήρα; ούρλιαξε. Στον θάλαμο απλώθηκε σιωπή. Όλοι κοίταζαν. Ο Μπρούνο βόγκηξε και γύρισε προς τον τοίχο. Εκείνη τη νύχτα, τον έβαλα εγώ για ύπνο. Μπρούνο , είπα. Συγ- γνώμη , είπε. Πολύς εγωισμός . Αναστέναξα και γύρισα να φύγω. Μείνε μαζί μου ! φώναξε. Δεν ξαναμιλήσαμε ποτέ γι’ αυτό. Όπως ποτέ δεν μιλούσαμε για τα παιδικά μας χρόνια, για τα όνειρα που μοιραστήκαμε και χάσαμε, όλα όσα έγιναν και δεν έγιναν. Μια φορά καθόμασταν μαζί, αμίλητοι. Ξάφνου, ο ένας άρχισε να γελάει. Τελικά, ήταν μεταδοτικό. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να γελάσουμε, αρχίσαμε όμως το χάχανο και, σε λίγο, βρεθήκαμε να ουρλιάζουμε απ’ τα γέ- λια, και δάκρυα να κυλάνε στα μάγουλά μας. Ένας υγρός λεκές πρόβαλε στον καβάλο μου, και γελάσαμε ακόμα πιο δυνατά, εγώ χτυπούσα το τραπέζι με τη γροθιά μου και πάσχιζα ν’ ανασάνω, λέγοντας με τον νου μου: Μπορεί να ήρθε το τέλος μου, έτσι, μέσα σε μια κρίση γέλιου. Τι καλύτερο, αλήθεια! Γέλιο και κλάμα, γέλιο και τραγούδι, γελώ για να ξεχάσω τη μοναξιά μου, πως ήρθε το τέλος μου, πως ο θάνατος περιμένει έξω απ’ την πόρτα. Όταν ήμουν μικρός, μου άρεσε να γράφω. Ήταν το μόνο πράγμα που ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Επινοούσα φανταστι- κά πρόσωπα και γέμιζα τετράδια ολόκληρα με τις ιστορίες τους. Έγραψα για ένα αγόρι που, μεγαλώνοντας, έγινε τόσο τριχωτό, ώστε το κυνήγησαν για τη γούνα του. Αναγκάστηκε να κρυφτεί στο δάσος κι ερωτεύτηκε ένα πουλί, που νόμισε πως ήταν θηλυ- κός γορίλλας εκατόν πενήντα κιλά. Έγραψα για κάτι σιαμαίες δίδυμες που η μια τους ήταν ερωτευμένη μαζί μου. Οι ερωτικές σκηνές ήταν, κατά τη γνώμη μου, πολύ αυθεντικές. Και όμως. Όταν μεγάλωσα, αποφάσισα πως ήθελα να γίνω αληθινός συγ- γραφέας. Προσπάθησα να γράψω αληθινά πράγματα. Ήθελα να περιγράψω τον κόσμο, γιατί νιώθεις μεγάλη μοναξιά ζώντας σ’

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=