Η ιστορία ενός έρωτα

Η Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α Ε Ν Ο Σ Ε Ρ Ω Τ Α 23 κισμένα. Για έξι μήνες έζησε σε στρατόπεδο εκτοπισμένων. Επικοινώνησε με τον ξάδερφό του που ήταν κλειδαράς στην Αμερική. Στο μυαλό του έλεγε και ξανάλεγε ακατάπαυστα τις μόνες λέξεις που ήξερε στ’ αγγλικά: Γόνατο. Αγκώνας. Αυτί . Τελι- κά, ήρθαν τα χαρτιά του. Πήγε με τρένο σ’ ένα πλοίο, και σε μια βδομάδα έφτασε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Μια ψυχρή μέρα του Νοέμβρη. Στη χούφτα του είχε διπλωμένη τη διεύθυνση της κοπέλας. Εκείνη τη νύχτα την πέρασε ξάγρυπνος στο πάτωμα του δωματίου του ξαδέρφου του. Το καλοριφέρ κροτάλιζε και σφύριζε, αλλ’ αυτός ευγνωμονούσε τη ζεστασιά. Το πρωί, ο ξά- δερφος του εξήγησε τρεις φορές πώς θα έπαιρνε τον υπόγειο για το Μπρούκλιν. Αγόρασε ένα ματσάκι τριαντάφυλλα, που όμως μαράθηκαν, επειδή, αν και ο ξάδερφος του το εξήγησε τρεις φο- ρές, αυτός κατάφερε να χαθεί. Επιτέλους, βρήκε το σπίτι. Μόνο καθώς πίεζε με το δάχτυλο το κουδούνι, του πέρασε απ’ το μυα- λό μήπως έπρεπε να προηγηθεί τηλεφώνημα. Εκείνη άνοιξε την πόρτα. Φορούσε μπλε μαντίλι στα μαλλιά. Απ’ τον τοίχο του γεί- τονα, άκουγες τη μετάδοση κάποιου ποδοσφαιρικού αγώνα. Μια φορά κι έναν καιρό, η κοπέλα, που είχε πια γίνει γυναί- κα, μπήκε σ’ ένα καράβι για την Αμερική κι έκανε εμετό σ’ όλο το ταξίδι, όχι επειδή την πείραζε η θάλασσα, αλλ’ επειδή ήταν έγκυος. Όταν το κατάλαβε, έγραψε στο αγόρι. Κάθε μέρα περίμε- νε γράμμα του, αλλά δεν ήρθε κανένα. Η κοιλιά της φούσκωνε όλο και πιο πολύ. Προσπάθησε να το κρύψει, για να μη χάσει τη δουλειά της στο εργοστάσιο ρούχων όπου δούλευε. Λίγο καιρό πριν γεννηθεί το μωρό, έμαθε από κάποιον ότι σκότωναν Εβραίους στην Πολωνία. Πού ; ρώτησε, αλλά κανείς δεν ήξερε πού. Σταμά- τησε να πηγαίνει στη δουλειά. Δεν μπορούσε να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι. Ύστερα από μια βδομάδα, ήρθε να τη δει ο γιος του αφεντικού. Της έφερε να φάει κι έβαλε πλάι στο κρεβάτι της ένα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=