Ιστορία ενός οδοιπόρου: Στρατής Δούκας
12 ΚΩΣΤΑΣ ΑΚΡΙΒΟΣ Στο παραμέσα μπουγάζι τ’ Αϊβαλιού, στην Τρύπια Πέτρα, ζούσαν ακόμα πιο πρωτινοί άνθρωποι, τους λέγανε οι Λωτο- φάγοι. Η πιο καινούργια βάρκα εκεί ήταν τριάντα χρονώ. Έπιαναν κάνα πετρόψαρο,κανέναν κάβουρα,λίγα μύδια,κα- μιά σουπιά. Βαστούσαν τα μισά για να φάνε, τ’ άλλα τα πη- γαίνανε στο χωριό. Έπαιρναν ψωμί, ελιές, κρασί, κρεμμύδια, καπνό. Παράδες σπάνια παίρνανε. Κανένας απ’ αυτούς δεν έμαθε γράμματα.Ούτε είχε δει βιβλίο, εκτός από το τσιγαρό- χαρτο και τα βιβλία της εκκλησιάς. Αυτούς τους ανθρώπους είχα την τύχη να τους γνωρίσω από κοντά και ένα καλοκαίρι να ζήσω μαζί τους. Απ’ αυτά τα πρώτα χρόνια εκείνο που θυμάμαι καλά είναι ένας έρωτας παιδικός. Ζήτημα να ήμουν πέντε χρονώ. Πή- γαινα τότε στο νηπιαγωγείο και το κορίτσι το έλεγαν Μερό- πη.Ο πατέρας της ήταν αυστριακής καταγωγής.Καθημερινά έφευγα τρεχάτος από το σχολείο και δεν γύριζα σπίτι μου. Περνούσα πρώτα απ’ το σπίτι της αγαπημένης μου. Περίμε- να να τη δω πίσω από τη σιδερόπορτα της αυλής. Ερχόταν αυτή και με καλούσε στο παιχνίδι της. Εμένα μ’ έφτανε που την έβλεπα. Πάντοτε στη ζωή μου μ’ αρκούσαν τα λίγα. Το πολύ το φοβόμουν. Το άλλο που μπορώ να θυμηθώ από κείνη την εποχή είναι οι ήχοι και το φως.Ο ήλιος που έβγαινε μέσα απ’ την Ανατο- λή είχε έναν αλλιώτικο φωτισμό, σαν πιο ήμερο. Αυτός μας συντρόφευε στα παιχνίδια που κάναμε στις εξοχές ή στα παιδικά ψαρέματα στα νερά του κόλπου.Οι ήχοι,πάλι,ήτανε μπερδεμένοι μα πολύ ανθρώπινοι. Έχω στ’ αυτιά μου τον
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=